Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

ΣΧΙΣΤΟΜΑΤΗΔΕΣ

Ο φίλος μου ο Κώστας που έχει μαγαζί με τα καλύτερα γυναικεία ρούχα στην Τσιμισκή - όποια ενδιαφέρεται μπορώ να δώσω πληροφορίες- δεν τους χωνεύει γιατί έχουν πλημμιρίσει τον τόπο με τα προιόντα τους και τους λέει σχιστομάτηδες. Σ' ένα κινέζικο που του έφεραν ξυλάκια τους έιπε ''πάρτε τα από δω αυτά'' και προτιμά  τους καβουρμάδες που φέρνουν στο τραπέζι στην Πάνδοσσο της Κομοτηνής. Εγώ πάλι δεν ξέρω πολλά  από εμπόριο και τέτοια αλλά σε μια νόστιμη Κινεζούλα που με κοιτά έξω από ένα φροντιστήριο θα την πέσω καμιά ώρα για να τη ρωτήσω μερικά πράγματα για κείνη τη μεριά του πλανήτη. 'Εχω δει βέβαια μια ταινία μαγική στη nova τότε που είχα σύνδεση,  το ''MONGOL'' με κάτι τοπία απο τις Ασσιατικές στέππες που λες ότι δε γινεται να υπάρχουν. Θυμάμαι λίγο την ιστορία με κάτι παιδάκια που τα παντρεύουν γιατί ετσι ήταν το έθιμο. Κι ύστερα από χρόνια το αγόρι επιστρέφει για να ξαναβρεί το κορίτσι με τα κόκκινα μάγουλα και κείνη του λέει ''Το ήξερα πως θαρχόσουν'' που στο διάβολο είναι μια τέτοια γυναίκα σαν εκείνες τις παλιές που αγαπούσαν για μια ζωή. Mετά θαρρώ αυτόν τον πιάνουν και του βάζουν τα πόδια σε κάτι ξύλα και λιώνει απ' τη ζέστη για ναρθει αυτή και να  λευτερώσει  τον  αγαπημένο της .
     Μα πιο πολύ μου άρεσε μια άλλη ταινία απ' το Hong Kong  πρέπει να ήταν, που είδα στον ALPHA ένα καλοκαιρινό Σάββατο. Είχε να κάνει μ' ένα παιδί του οποίου ο πατέρας έφτιαχνε τόφου  κι είχαν και οι δυο μανία με τα γρήγορα αμάξια. Το αγόρι αγαπά ένα κορίτσι και πάνε μαζί στην παραλία κι αυτή του χαιδεύει την άσπρη πλάτη και του χαμογελά κι είναι να τη πιείς στο ποτήρι το μανάρι μου. Κι ύστερα αποδειχνεται ότι το κορίτσι εκδίδεται για να ζήσει κι αυτός για να την ξεχάσει τρέχει με κάτι αμάξια σε δρόμους μέσα από δάση κι όταν αναπτύσσει ταχύτητες μεγάλες το μυαλό του ''παγώνει'' και μπορεί να κάνει κινήσεις πολύ λεπτές και ακριβείς όπως προσπερνά τα άλλα αυτοκίνητα από την εσωτερική πατώντας σ' ένα αυλάκι που υπάρχει εκεί πέρα για να φεύγουν τα νερά. Κι όταν κλατάρει το αμαξάκι του ο πατέρας του το φτιάχνει και καταλαβαίνει ότι τόχει κάνει όπως παλιά όταν ομπαμπάς του πάει μια βό λτα έναν χοντροό κι ο τελευταίος ξερνά τα αντερά του σαν επιστρέφουν. Νομίζω πάντω πως δεν έκανε καλά που άφησε εκείνο το κορίτσι ότι κι αν είχε κάνει. Φαίνονταν τόσο καλό και τόσο γλυκό και τόσο όμορφο το σχιστομάτικο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...