Δευτέρα 12 Μαρτίου 2012

NYXTEΡΙΔΕΣ

Τέτοια εποχή, αρχές  Άνοιξης, βγαίναμε με τον αδερφό μου  να ψάξουμε για σαλιγγάρια σε κάτι μέρη γεμάτα πέτρες που τις ανασηκώναμε για να βρούμε από κάτω σαρανταποδαρούσσες, φίδια χελώνεςότι μπορείς να φανταστείς κι άλλοτε πάλι ψάχναμε για αυτά τα μικρά, άσπρα πλασματάκια ανάμεσα σε κάτι φυτά που έβγαζαν ένα υγρό σαν γάλα αν κόβονταν. Σαλιγγάρια  υπήρχαν πιο παλιά άφθονα σε κάτι βραχώδεις πλαγιές μα οι άπληστοι άνθρωποι τα ξεπάστρεψαν μαζεύοντάς τα τη νύχτα κρατώντας κάτι φαναράκια ενώ από πάνω τους πετούσαν νυχτερίδες.
 Τώρα πια καταλαβαίνω την Άνοιξη από τα δεντράκια που ανθίζουν σε κάτι ακάλυπτους χώρους κι απ' τα καινούρια γυναικεία  ρούχα που βγάζει ο φίλος μου στο μαγαζί του, με τα χρώματα τα ανοιχτά.
Ταξιδεύει πολύ αυτός ο φίλος για να παίρνει ιδέες. Πηγαίνει στο Παρίσι όπου μου λέει ότι τα ρούχα έχουν πολλά κόλπα, επωμίδες φερμουάρ, τσέπες ζώνες και βλέπεις κάτι μπότες να πιάνουν το γόνατο μέχρι ψηλά σαν τις περηκνημίδες του Άι Γιώργη. Αυτός προτιμά πιο απλά ρούχα σαν αυτά που φορούν τα όμορφα μελαχροινά κορίτσια στην Ιταλία αν και έχει πάντα μια προτίμηση προς τις ξανθιές. Στη Μπολόνια μου λέει του κόλλησε μια Κινέζα , έχει γεμίσει η Ιταλία απ' αυτές, και βιάστηκε να τη σκαπουλάρει γιατί δεν πάει τις Ασιάτισσες. Κάποιες φορές πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη με γκρούπ για δουλειές υποτίθεται, αλλά τη νύχτα πάνε σε κάτι μαγαζιά με κάτι τραγούδια σα Ποντιακά και το ξημέρωμα πάνε για πατσά δίχως τις γυναίκες που το σκάνε μόλις νιώσουν τη χαρακτηρηστική μυρωδιά. Στην Αίγυπτο που πήγε με τη μητέρα του αυτή τους τρέλλανε στα παζάρια.
Κι άλλα μου λέει ο φίλος για τη νυχτερινή ζωή εδώ στη πόλη στο wild west δυτικά κατά την Ευκαρπία και κατά τον Εύοσμο όπου έχει κάτι τύπισσες που ''ρολλάρουν'' παίζοντας σε πολλά ταμπλώ  και πρέπει νάχεις το νου σου γιατί δε θέλουν και πολύ έξυπνους άντρες αλλά γενικά έχει'' πολλά καλά''.
Μου δείχνει ο φίλος και κάτι μπουκαλάκια με κρασιά απ' την Ελβετία και μου λέει κάτι συνταγές για σαλάτα με ρόκα, παρμεζάνα και στήθος από κοτόπουλο όπου βάζεις μια σος με μπαλσάμικο ελαιόλαδο και λίγο μέλι. Εγώ πάλι δεν είμαι και τόσο δύσκολος με το φαγητό όπως τρέχω σα παλάβός και δεν προλαβαίνω ούτε να αρρωστήσω .Κάποτε είχα βρει ένα τάπερ σε μια στάση και χτύπησα αλύπητα το περιεχόμενό του , καλό ήτανε μονάχα λίγο αλατάκι χρειάζονταν.
Θυμάμαι ότι στην Αγγλία δεν μπορούσα να φάω τίποτα κι είχα σκίσει όλα τα φαγιά που ετοίμαζε για κανα μήνα η μάνα μου για να τα πάρω εκεί πάνω στον αδερφό μου μαζί με κάτι σαλιγγάρια καλή ώρα.
Πολύ βροχή εκεί πέρα και στο αεροδρόμιο κοιμόμουν σε κάτι σιδερένια καθίσματα καρτερώντας την πτήση μου. Κάτι ξανθιές φεύγανε για Μαγιόρκα και μια γυναίκα που είχα μαζί μου γύριζε σα φάντασμα στα μαγαζιά που ηπήρχαν εκεί μέσα - να μη σου τύχει φίλε μου. Διάβαζα τότε το βιβλίο ενός τύπου , το μοναδικό που μου αρεσε απ' όσα είχα δει. Ήταν επιζών του πρώτου παγκόσμιου πολέμου κι έλεγε για τη ζωή πριν εκατό χρόνια τότε που δούλευε σ΄ένα καμπαναριό και τον χτύπησε ένας κεραυνός κι άλλοτε δούλευε στις στοές στο Bath εκεί που έχει κάτι Ρωμαϊκά λουτρά κι αργότερα στον πόλεμο προτιμούσε να πέφτει ανάσκελα στα χαρακώματα για να βλέπει κατάματα τις οβίδες που έπεφταν απάνω του από ψηλά .
 Έλεγε και για μια νοσοκόμα που είχε βρει πως να μη λιποθυμά στις εγχειρίσεις και στους ακρωτηριασμούς, απλά δεν έπρεπε να βλέπει την αρχική τομή με το μαχαίρι.
 Ο τύπος την παντρεύτηκε τη νοσοκόμα αυτή και καθόλου δεν τον ενοχλούσε μια βέρα που κρατούσε σε ένα ποτήρι από τον πρώτο άντρα της ένα παλληκάρι που είχε σκοτωθεί σε κείνον τον καταραμένο πόλεμο.
 Γιατί τότε οι γυναίκες δεν ''ρολλάρανε'' και δεν σου λέγανε '' Δεν θέλω να διαβάζεις το βιβλίο του ''Οzzy'' αυτουνού που έφαγε μια νυχτερίδα.
Αλλά τις έχουμε δει και τις άλλες ''νυχτερίδες''.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...