Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

ΕΡΑ ΣΠΟΡ

Η  Ελένη θέλει να φύγει για Καναδά. Η καλύτερη της φίλη είναι εκεί πέρα εδώ και χρόνια και παρόλο που έπαιρνε ψυχοφάρμακα στην αρχή τώρα έχει στρώσει και περνά καλά αλλά το ξέρει καλά ότι δεν πρόκειται να μείνει για πάντα σ' εκείνη τη χώρα. Ο φίλος της  Ελενης, ο υδραυλικός έφυγε για Αυστραλία να δουλέψει ''μαύρα'',  χωρίς να δηλωθεί,  μπορεί να μείνει έτσι μέχρι τέσσερις μήνες, και της ράγισε τη καρδιά. Ήταν στο Μέγαρο Μουσικής προχτές στον Κραουνάκη κι από κει στο ''Χάραμα''  για τα καλά γούστα. Ένας άλλος φίλος της   που φτιάχνει γυψοσανίδες, της τηλεφωνεί μια φορά το χρόνο και  τη ρωτά αν παντρεύτηκε '' Σ' αυτόν θα καταλήξεις της λέω''.  Θέλει να κοινωνήσει για το Πάσχα μα δε νιώθει καθαρή, βρίζει πολύ. Ένας τύπος μας πλησιάζει σε μια καφετέρια όπου πίνουμε καφέ, αυτόςπου είχε φύγει Ισπανία και σέρβιρε σ' ένα μαγαζί ποτά ''μπόμπες'' για να του πεί κάποιος με πολλά δαχτυλίδια στο χέρι ότι αν του ξανασερβίρει κάτι τέτοιο θα του φέρει το μπουκάλι στο κεφάλι. Τον είχα υπ' όψιν  αυτόν όταν ήθελα να βγάλω το βιβλίο μου, αλλά αυτός είχε πάντα μεγάλα σχέδια  τον καιρό που τον είχα συναντήσει σ' ένα γραφείο κάπου στο Βαρδάρη σ' ένα γυάλινο  κτήριο όπου κάποιοι έτρεχαν σε διαδρόμους το βράδι κοιτάζοντας τα φώτα των αυτοκινήτων. Προσπαθούσε τότε να φτιάξει μια εταιρεία μεγάλη με τρόφιμα αλλά έπεσε πάνω στους καρχαρίες του χώρου που τον έλιωσαν. Μου έλεγε τότε για ένα ατύχημα που είχε έξω απ ' την Καβάλα με μια Μερσεντές ενός φίλου του που έγινε κομάτια πάνω σε  κάτι βράχια αλλά αυτοί δεν είχαν πάθει τίποτα, μονάχα ο φίλος του έκλαιγε για το στραπατσαρισμένο αμαξάκι του και του είχε δώσει ο δικός μου  ένα εκατομύριο δραχμές τότε. Μου λέει γιατί δεν του ξανατηλεφώνησα για το βιβλίο και του δίνω ένα αντίτυπο. Η Ελένη είναι λίγο πεσμένη έχει χάσει τη λάμψη της λίγο, της γράφω μια αφιέρωση για την κορμάρα της και γελάμε. Δέχεται μύνημα από έναν μπασκετμπολίστα που έχει καφετέρια στην Κρήνη  μα δεν θέλει ούτε να τον δει γιατί κι αυτός θέλει να φύγει.
 Όλοι θέλουν να φύγουν. Ο Θοδωρής  σκέφτεται να πάει στο Λονδίνο, ο Κώστας στην  Τουρκία για να κάνει εμπόριο με μοσχάρια απ' την Κομοτηνή γιατί οι μουσουλμάνοι τρώνε πολύ βοδινό, κάποιος άλλος θέλει να ασχοληθεί με τα μελίσσια. Οι εφημερίδες γράφουν για ένα εκατομύριο νέους που θέλουν να πάνε επαρχία και να ασχοληθούν με τα βιολογικά- εμείς τότε  είχαμε ταράξει τα φυτά στο λίπασμα , πολύ χημικό μιλάμε έπεφτε- κι άλλοι βάζουν αρωματικά φυτά- απ ' αυτά δεν ξέρω πολλά, ξέρω όμως από άλλα αρώματα των ζώων που εκτρέφαμε στους στάβλους μας- άλλοι ενδιαφέρονται για σαλιγκάρια - κι αυτά τα  ξέρω , τα μαζεύαμε αλλά τα σιχαίνομαι λίγο- όλοι θέλουν να φύγουν απ' τις πόλεις κι απ' τη χώρα κι ο μπάρμπα Γιάννης το βράδυ στην ΕΡΑ ΣΠΟΡ στέλνει χαιρετίσματα στο  Γιώργο , κάπου στα σύνορα της Τσεχοσλοβακίας, στον Αντώνη στο Άμστερναμ με τα κανάλια, στον Αντρέα στο Λος Άντζελες με τους  ξανθούς και μελαχρινούς αγγέλους, στο Θανάση το Μιχαλακόπουλο στη Μελβούρνη της Αυστραλίας,  στο Τζιμάρα στο Σίδνευ που οδηγεί το ταξί κάτω απ' το κτήριο της όπερας, στον Αργύρη το Τζαβέλλα στο Περθ, στο Μιχάλη στη Νεα Ζηλανδία στο Βαγγέλη στην Τανσμανία, στο Βασίλη στην Παπούα Νέα Γουϊνέα, στον Αβραάμ στο Σαντιάγκο, στον Αχιλλέα στο Κέηπ Τάουν εκεί κάτω, μακριά, πέρα απ' τις θάλασσες του σκότους.

1 σχόλιο:

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...