Τρίτη 17 Απριλίου 2012

ΒΟΤΚΑ ΦΡΑΟΥΛΑ

Με το που είχα δει  εκείνο το αμάξι να στέλνει στον αγύριστο τον Μπραντ Πητ που έκανε τούμπες στον αέρα ήξερα ότι ήταν καλή ταινία άλλωστε πολλές φορές  έχω γλυτώσει από τέτοιο χτύπημα όπως διασχίζω  σα βλάκας τους δρόμους χαμένος στις σκέψεις μου κι οδηγοί φρενάρουν κι έπειτα γελούν σαν κοκαλώνω τρομαγμένος.
Άλλες φορές αντίθετα μου έχει τύχει να φύγω στα πρώτα δυο λεπτά μιας ταινίας κι οι κοπελλες στα ταμεία  με ρωτούσαν απορημένες μήπως έπεσε το ρεύμα και μια φορά μούχει τύχει να φύγω από μια παράσταση θεατρική προτού αρχίσει καν γιατί πήρα μάτι έναν ηθοποιό στα παρασκήνια και κατάλαβα ότι ήταν μάπα το όλο σκηνικό. Θυμάμαι ήταν τέτοιες μέρες κι εγώ βολόδερνα στους δρόμους σα στοιχειό κι έπαιρνα τα αστικά για να περάσει η ώρα .
Τώρα οι διακοπές μου είναι λίγο καλύτερες, μπαίνω στο λεωφορείο για Καβάλα, κάθομαι πλάι σ'ένα μωρό το ρωτώ ''Τι μουσική ακούς;'' αυτό μου βάζει με τα χεράκια του τα ακουστικά στα αυτιά, τη βλέπω με τρόπο , ξανθά γαλάζια μάτια νομίζω, χαμόγελο φωτεινό , βρίζει λίγο αλλά αυτό δεν είναι πρόβλημα. Μου λέει για έναν τυπά που πήγε και κλέιστηκε σε μια αγροικία πάνω στα βουνά μες τα χιόνια κάπου στην Αμερική κι έγραψε ένα κομάτι για τον καθηγητή του που στουκάρησε από ένα μπαλκόνι. Ένα πιάνο και μια φωνή ακούγεται, το μωρό από δίπλα μιλά μες το αυτί μου, η βλάστηση απλώνεται στα βουνά σα χνούδι , οι λίμνες έχουν μπουκώσει από νερό , όλη την Άνοιξη άλλωστε μας σάπισε ο καιρός, χιόνια στον Άθω και στο Παγγαίο, βάρκες σκίζουν τα νερά στο Στρυμωνικό Κόλπο, τα βουνά πιο ψηλά καρτερούν το Μάη για να φυλλώσουν κι εγώ θα μπορούσα να συνεχίσω ένα τέτοιο ταξίδι επ' άπειρω. Το μωρό - Μαρία συγνώμη για την οικειότητα -μου λέει για τότε που πλυμμύρισε το διαμέρισμά της κάπου στην Ερμου και τα νερά ρήμαξαν υπολογιστές κι αρχεία κι έσταξαν από κάτω και τάκαναν και κει όλα λίμπα. Μου λέει να μην ακούω συγκροτήματα δεινόσαυρους απ΄  τα παλιά - ότι πεις σκέφτομαι- και για ένα σκύλαρο ελεεινό που κυλιόταν στην Αριστοτέλους και τον συνέφεραν κι  άλλα διάφορα- άμα δεν είχε φίλο θα της την έπεφτα. Στην άσφαλτο απάνω τα γνωστά χελώνες και σκαντζόχοιροι και σκυλιά και γατιά σκοτωμένα στο καθημερινό μακελειο των Ελληνικών δρόμων τώρα με την Άνοιξη.
Στο χωριό πλακωνόμαστε στα κρέατα -όχι άλλο κρέας- και το βράδυ πάω να κοιμηθώ σε μια φίλη. Απ'το τζαμάκι του φούρνου κοιτάζω το φαγητό να ψήνεται και να φουσκώνει, ενώ μια γυναίκα μας Μια γυναίκα  φέρνει ένα ποτό  δυναμίτη από βότκα και φράουλα και ζάχαρη χτυπημένα στο μίξερ. Λέει κάτι ιστορίες για ένα γάμο αλά Χόλυγουντ που είχε γίνει κάποτε σ' εκείνα τα μέρη κι ήρθαν χιλιάδες κόσμου και πλυμμύρισαν το χωριουδάκι, τακούνια ξηλώνονταν στα κατσάβραχα, Μερσεντές γκρεμίζονταν στα κανάλια, μια Μπε Εμ Βε πήρε παραμάζωμα ένα παρανυφάκι  και του στραπατσάρισε το πρόσωπο, το παρεκκλήσι παραλίγο να καταρεύσει, φωνές, χαλασμός, είχε έρθει η αστυνομία, παραλίγο ο γάμος να γίνει κόλαση κι όλοι να πέσουν σούμπιτοι στο ποτάμι παραδίπλα.

Πλακωνόμαστε μετά στη βότκα φράουλα- εγώ δεν αντέχω ούτε μια μπύρα- κι η γυναίκα που είναι νηφάλια μας πάει σ'ένα χωριό παραθαλάσσιο,  σ' ένα παγγάκι όπου κάθεται το καλοκαίρι με τις ώρες ατενίζοντας τα φώτα της Καβάλας αντίκρυ να λαμπυρίζουν στο σκοτάδι.
Το πρωί η φίλη μαζεύει τα ρούχα μου σε μια τσάντα για την επόμενη φορά, με φιλά όπως φεύγω , εγώ της λέω ''Σ΄ αγαπώ΄΄ και ξεκουμπίζομαι κατρακυλώντας τα σκαλιά προτού με πάρουν τα ζουμιά γιατί δεν μπορώ τους συναισθηματισμούς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...