Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

ΠΑΣΧΑ

Μια χρονιά είχαμε πάει μ' έναν παππά να κάνουμε Ανάσταση σε κάτι φαντάρους σ' ένα φυλάκιο σκοτεινό ψηλά στα βουνά κάπου στα σύνορα. Ήμουν φρέσκος τότε στον Έβρο και καθώς το τρακτέρ του παππά τραντάζονταν περνώντας πανω από πέτρες και ξερολιθιές μου έλεγε ''Παντρέψου και βγάλε τα μάτια σου με τη γυναίκα σου''  ίσως έπρεπε να είχα ακούσει τη συμβουλή του. Μου έλεγε ακόμα για τον καιρό που υπηρετούσε κι αυτός σε κάτι άλλα βουνά , στον εμφύλιο κι άκουγε τα αυτόματα να κροταλίζουν τη νύχτα ενώ ένας φίλος του πατούσε μια νάρκη, έχανε το πόδι του κι έψαχνε το όπλο του. Τελικά κατέληξα και γω σε κείνο το φυλάκιο το ανεμοδαρμένο όπου όλη τη νύχτα οι φαντάροι έβλεπαν τηλεόραση με τη γεννήτρια του ρεύματος να αγκομαχεί στα σκοτεινά κι όλη τη μέρα κοιμόντουσαν , ήμουν ο μόνος που ξυπνούσα κι αγνάντευα μήπως φανεί κανένα τζιπάκι στον ορίζοντα. Κι όταν έριξε δυο μέτρα χιόνι  δεν έρχονταν εκεί πάνω ούτε πουλί, μόνο ένας τρελλός λοχαγός μ' ένα τεθωρακισμένο ανέβηκε μια φορά παίρνοντας σβάρνα λαγγάδια και πουρνάρια μα στο γυρισμό γκρεμίστηκε σ' ένα χαντάκι και τρέχαμε να τον βγάλουμε.
Άλλες πασχαλιές έχω κάνει στο Άγιο Όρος σε μια σκήτη όπου οι εργάτες που δούλευαν  μας έλεγαν πως το Χειμώνα, όταν αποκλέιονταν απ΄την κακοκαιρία ήταν μεθυσμένοι όλη την ώρα πάνω απ τη στάχτη όπου έριχναν πατάτες και κρεμύδια τυλιγμένα σε αλουμινόχαρτο.  Στη Μονή Ξενοφώντος κάτι καλόγεροι θέλανε να μας πλακώσουν γιατί γελούσαμε, ούτε θυμάμαι για ποιο λόγο κι ύστερα βλέπαμε κάπου αρσανάδες με τα νερά που έμπαιναν από έναν υπόγειο διάδρομο  να αντανακλούν ακτίνες όπως παλανζάριζαν,  σ΄ένα μονοπάτι απότομο κοιτούσαμε τα χαλίκια να κατρακυλούν από κάτω στην άβυσσο, πηγαίναμε σε κάτι ελαιοτριβεία εγκαταλειμένα με πέτρες τεράστιες μαυρισμένες απ΄ τη σύνθλιψη των καρπών, θέλαμε να βοσκήσουμε τα μαρούλια σ'ένα μπαξέ γιατί είχαμε σαλτάρει από τη πείνα , βοηθούσαμε τους μάγειρες που ετοίμαζαν ροφούς σε κομάτια μεγάλα, μέσα σε καζάνια  τεράστια, μπακιρένια,  μήπως  σερβιριστούμε νωρίτερα και στα καραβάκια ατενίζαμε τα μοναστήρια που έλαμπαν στο φως σαν καρτ- ποστάλ.
Σ' άλλες εκκλησιές έχω πέράσει καλά το Πάσχα, είχα μάθει ένα κόλπο να κρατώ δυνάμεις κι όταν όλοι τα είχαν παίξει τα έδινα όλα το βράδι της Ανάστασης. Θα το δοκιμάσω και φέτος αυτό το κόλπο και δεν πρόκειται να ξομολογηθώ , δεν έχω  τίποτα κρυμένο άλλωστε και δεν καταλαβαίνω πως κάποιοι αντέχουν κουβαλώντας αμαρτίες ανομολόγητες σαν πέτρες στο λαιμό τους.
Θ' ακούσω πάλι φέτος κάτι στίχους που τους νιώθεις στο δέρμα και στο σώμα σου ''Δος μοι τούτον τον ξένον, ος ως ξένος ουκ έχει την κεφαλή που κλίνει'', θα διαβάσουμε αναγνώσματα όπου ο Ιακώβ θα κοιμηθεί μ'ενα λιθάρι κάτω απ' το κεφάλι του σ' έναν χείμαρο κοντά κι ύστερα όλη νύχτα θα παλεύει με κάποιον τύπο σκοτεινό για να μάθει το πρωί πως είδε τον θεό κατάματα κι επέζησε, ο Αβραάμ θα σηκώσει το βλέμα για να δει πέρα μακριά τον τόπο όπου πρέπει να σφάξει το αθώο παιδί, ο Χριστός θα ανέβει εκεί πάνω στο χαμηλό λόφο κι όπως θα ραγίσει το καταπέτασμα του ναού ,  η γη θα σειστεί, οι πέτρες θα σκιστούν,  η πλάση όλη θα σκοτεινιάσει, τα μνήματα θα ανοίξουν,   θα σηκώσει κι αυτός το βλέμμα  και θα φωνάξει ξεσκίζοντας τα σπλάχνα του΄΄Ως εδώ ήταν!!!''

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...