Πέμπτη 31 Μαΐου 2012

ΦΩΤΟΝΙΑ

Οι τροχοί κόβουν την άσφαλτο στριγγλίζοντας το καλοκαίρι, εργάτες  σκάβουν ορύγματα κάθετα και οριζόντια, ο τόπος γεμίζει από σκόνη, άλλα συνεργεία στρώνουν άσφαλτο καυτή, κορναρίσματα και φρένα, σούζες στις ανηφόρες της Νεάπολης, καράβια φαντάσματα, αραγμένα φαίνονται από τις κατηφόρες της Καλαμαριάς.

Στα πράσινα φανάρια οι Dire straitsτραγουδούν τους σουλτάνους του σουίνγκ από τα ανοιχτά παράθυρα καποιου αυτοκινήτου, ανάπηροι σπρώχνουν καροτσάκια, ζητιάνες φιλούν τα μωρά τους, πίνουν χυμούς και πορτοκαλάδες, τηλεφωνούν από καρτοτηλέφωνα χρησιμοποιώντας νούμερα ατέλειωτα. Στα  σούπερ μάρκετ μυρουδιά από φράουλες και πεπόνια, κεράσια και ροδάκινα στους πάγκους, ψάρια και χταπόδια στον πάγο, τα ψυγεία βγάζουν δροσιά, τα κλιματιστικά βουίζουν στους διαδρόμους, πουλιά που μπήκαν κάπως μέσα πετούν ψηλά ανάμεσα στις μεταλικές σκσλωσιές.

Στην Αριστοτέλους σκύλοι κοιμούνται ανάσκελα, άλλοι δεμένοι κάπου κλαίνε, άλλοι μέσα σε κλουβιά, άλλοι περνούν διαβάσεις μαζί με ανθρώπους δαγκώνοντας μπουκάλια πλαστικά, το βράδι αγριεύουν, ορμούν σε αυτοκίνητα και σε όσους φορούν μαύρα, πιτσιρικάδες με καπέλα στραβά κάνουν κάμψεις στη μέση της Τσιμισκή, γέροι γκρεμίζονται στα πεζοδρόμια όπως κλείνουν απότομα οι πόρτες των αστικών, γριές κάνουν έναν αιώνα ώσπου να κατέβουν από τα ταξί, άλλοι σκύλοι οδηγούν τυφλούς μέσα από στενά, άλλες γριές σε σπίτια  ερειπωμένα σου ζητούν να τις πάρεις ένα σακουλάκι καφέ, πας να ανοίξεις τις πόρτες τους, κάμαρες σκοτεινές, γάτες σουλατσάρουν, φοβάσαι να μπεις μέσα, οσμή θανάτου παντού.

Ο αέρας φουσκώνει τα φουστάνια των γυναικών, προσέχουν τα χείλια και το στήθος σου, νιώθουν ασφαλείς κοντά σου, εγκυμονούσες σε κοιτούν για να δουν αν αρέσουν ακόμα, κορίτσια βλέπουν αν προσέχεις τα πόδια τους, στους παιδικούς σταθμούς οι αμπάρες κλείνουν καθώς φεύγουν οι μαμάδες, ντετέκτιβς στην Εγνατία πάνω σε παπάκια παρακολουθούν ύποπτους, ντελιβεράδες κουβαλούν σάντουιτς στα αστυνομικά τμήματα, στο Ναυαρίνο χαράζουν ιστούς κι αράχνες πάνω σε μπράτσα, στην Αχειροποίητο ένας καλόγερος, δοκάρια τεράστια στην οροφή, μια αχανής αίθουσα, οι φωνές χάνονται, στα κολυμβητήρια ανταύγειες του νερού στους τοίχους, γαλάζια χρώματα,  μυρουδιά χλωρίου κι αντίλαλοι υγροί παντού.

Στις πιάτσες ταξί αραδιασμένα,  περιστέρια παραταγμένα στους πύργους του μετρό και στην Καμάρα, κάποιοι συμπληρώνουν δελτία, κοιτούν οθόνες με νούμερα, φοβούνται ότι θα κοπούν τα επιδόματα της πρόνοιας, στην Αγίου Δημητρίου κάποια σε βλέπει το πρωί και νομίζει ότι γυρνάς από ξενύχτι.

Στη παραλία γαλέρες βολτάρουν, πλαγκτόν καφετί στην επιφάνεια, κορμοί φύλλα και σκουπίδια ξεβρασμένα από κάποια καταιγίδα, κάποιοι έχουν γράψει το όνομά τους στα πλάκάκια , ο Σπάρτακος απ' τα Διαβατά κι  ο Μάγος της Χαλάστρας, άμα είσαι τυχερός μπορεί  να δεις μια λουρίδα πορτοκαλιά  να τρέμει σαν το Βόρειο Σέλλας το ηλιοβασίλεμα, αλλά το μεσημέρι  φως απίστευτο παντού, τσιμέντα όπου να γυρίσεις, φωτόνια  μικροσκοπικά χορεύουν σε κύκλους  μπροστά στα μάτια,  χρώματα φουξ  και φωσφοριζέ στις μπλούζες, το μαύρο μαζεύει, το άσπρο απωθεί, ένα γδάρσιμο στην άρθρωση από κάποιο σύρσιμο σ' έναν τοίχο, αίμα κυλάει, σεκιουριτάδες ξενυχτισμένοι κι αξύριστοι λένε ιστορίες για τη νυχτερινή τους βάρδια, σταγόνες κόκκινες βροχής απ' τη Σαχάρα στα καλά καθούμενα, κάποιος πρέπει να σε ξυπνήσει.

1 σχόλιο:

  1. Μου αρέσει αυτό το στυλ που έχεις το περγραφικό...Εδώ μου άρεσε πολύ η τελευταία παράγραφος...ωραίο τέλος..

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...