Πέμπτη 24 Μαΐου 2012

ΠΡΟΔΟΣΙΕΣ

Στο αστικό  μια τρομερή σκηνή, ένας μεθυσμένος έχει ανέβει και βρίζει τον οδηγό, αυτός τον κοιτά απ' τον καθρέφτη, '' Έχε χάρη που φορώ τη στολή'' ο άλλος επιμένει και προκαλεί, ''Θα σε περιμένω το βράδι που σχολάς'' κάποια στιγμή ο οδηγός σταματά σηκώνεται όρθιος, θα σε σκίσω θα σε πατήσω, οι οδηγοί δυτικά δε μασάνε, ο άλλος υποχωρεί, κλασικό νταηλίκι, εικόνες που βλέπεις κάθε μέρα.

Συνδικαλιστές σπρώχνουν βίαια γυναίκες, χούλιγκανς σπάνε τζάμια, χρυσαυγίτες αμολάνε μολότωφ, αναρχικοί  κοπανάνε δημοσιογράφους τα βράδια, αστυνομικοί σε κολάνε στον τοίχο γιατί δε γουστάρουν τη φάτσα σου, δικαστές σε καταδικάζουν για να ξεσπάσουν την οργή τους επειδή στραβοκοιμήθηκαν, μηχανάκια πετάγονται σα δαίμονες για να σου κόψουν τη χολή.

Εργοδότες κλέβουν άδειες και μεροκαματα, αυτοί που έκαναν δεξιώσεις με καμαριέρες, μαγείρισσες κι ένα κάρο κέρατα, αυτοί που έφτιαχναν σπίτια με τζακούζι κι ασανσέρ εσωτερικά, με κλειδαριές πολυπλόκαμες και πολυέλαιους γυαλιστερούς, πετούσαν φαγητά που έμεναν δεύτερη μέρα , τα παιδιά τους σκασμένα ούτε τα ακουμπούσαν. Αγρότες πήγαιναν στα χωράφια με Μερσεντές, στα συνέδρια τραπεζίτες με κοιλιές απίστευτες, ασφαλιστές κονομούσαν τ΄άντερα τους μέχρι να πάθουν έμφραγμα, ταξίδια στην Ινδονησία και στο Μπαλί, στη Λαπωνία για τα Χριστούγεννα, στα Ιεροσόλυμα για το Πασχα, στη γη του πυρός και στου διαβόλου τη μάνα για τον Δεκαπενταύγουστο.

Στο πάρκινγκ της Ικέα θάλασσα τα αυτοκίνητα, μέσα βουνά από ομελέτες και μπέικον, δίσκοι ατέλειωτοι στη σειρά, γέροι πατούν κουμπιά  για να τρέξει καφές και κόκα κόλα, γεμίζουν ποτήρια άπατα. Στο δρόμο αφίσσες αραδιασμένες από τύπους που τραγουδούν τα βράδια στα κέντρα του αεροδρομίου, σημαίες ανεμίζουν στο Λευκό Πύργο κάποιοι στέκουν προσοχή, μια βλαμένη Αγγλίδα σου λέει ότι δε μοιάζεις μέ Έλληνα,  γυναίκες σε πλησιάζουν επικίνδυνα, νιώθεις το σώμα τους που πάλεται και την αναπνοή τους, άλλες φτιάχνουν τα χείλια και τα φρύδια σε τζάμια και καθρεφτάκια, άνθρωποι ανεβαίνουν και κατεβαίνουν στα αστικά, αεροπλάνα πάνε κι έρχονται στον αέρα, μωρά ωραία πισω από τιμόνια και μαμάδες όμορφες στους παιδότοπους  μαζεύουν το μπλουζάκι για να σκεπάσουν τη γυμνή τους ράχη, νεροπότηρα διάφανα και φέτες από λεμόνι στα τραπέζια, ταξιτζήδες με φωτογραφίες παιδιών,  με μαλλιά μακριά και ζώνη του καράτε, η θάλασσα αλλάζει χρώματα καθώς ο καιρός γυρίζει σε Νοτιά.

Όμως ξάφνου άχρηστοι παραδόπιστοι κι αγράματοι, τελειωμένοι και πυροβολημένοι επιτίθενται σε φίλους και τους πληγώνουν, τύποι ανοικονόμητοι βγάζουν τα λεφτά τους έξω κι ετοιμάζονται να την κάνουν, κονόμες με φωτοβολταϊκά και βιοκαύσιμα, αστυνόμοι ψηφίζουν ομαδικά χρυσή αυγή, μια γριά ζαλίζει ένα παιδί στον Τερκενλή για κάτι καταραμένες τυρόπιτες  που θα φάνε σ' ένα μνυμόσυνο, γνωστοί σε παρατάνε, άντρες πουλάνε γυναίκες που πίστεψαν σ' αυτούς και το αντίστροφο,  φίλοι σ' αδειάζουν το καλοκαίρι τότε που οι μέρες είναι ατέλειωτες και δε λέει να βραδιάσει, το μυαλό και το σώμα σ' εγκαταλείπουν τότε που τα χρειάζεσαι, τα ξένα κανάλια παρακαλούν να χρεοκοπήσουμε για νάχουν θέμα και σ΄ ένα μέρος, κάπου προς τους λόφους της Χαλκιδικής, τα ξημερώματα, τα κοκόρια λαλούν όλα μαζί  θυμίζοντας μια προδοσία παλιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...