Δευτέρα 21 Μαΐου 2012

TΣΙΧΛΑ ΔΙΧΩΣ ΖΑΧΑΡΗ

Ένα αγόρι  τόσκασε από το σπίτι του κάπου δυτικά. Σ'  ένα πολυκατάστημα έκλεψε ένα πουκάμισο καρώ, εντυπωσιακό, βγάζοντας στα δοκιμαστήρια το αντικλεπτικό με μια μικρή πένσα που είχε στη τσάντα, σ΄ ένα σούπερ μάρκετ έφαγε μερικές σοκολάτες περπατώντας στους διδρόμους και σ' ένα περίπτερο, την ώρα που έσκυβε ο περιπτεράς, έχωσε στη τσάντα του μια χούφτα τσίχλες δίχως ζάχαρη, εκείνες με την αγαπημένη του γεύση και το μαύρο περιτύλιγμα. Στις τουαλέτες του δήμου φόρεσε το καρώ πουκάμισο σηκώνοντας τα μανίκια μέχρι ψηλά στα μπράτσα και περπατά στους δρόμους μασώντας τις τσίχλες που πήρε.
 Ασιάτες παίζουν παιχνίδια ηλεκτρονικά  στο κινητό, κορίτσια που δαγκώνουν τα χείλη ακούν μουσική από i pod σαν το δικό του, σε κάτι καντίνες  κάτι μουσάτοι μασουλούν σάντουιτς και σ' ένα καφενείο πίνουν ούζα τσιμπώντας ψαράκια και σαλάτες πράσινες και κόκκινες.
Το τηλέφωνο του έχει πάρει φωτιά, κλήσεις και μυνήματα, οι δικοί του έχουν τρελλαθεί, αστυνόμοι και ντετέκτιβ έχουν ξαμολυθεί και τον ψάχνουν, κάποιος είπε ότι τον είδε τη νύχτα  στο τέρμα των λεωφορείων του Πανοράματος, οι φίλοι δείχνουν φωτογραφίες ενος παιδιού με βλέμα απλανές κι αυτό δεν έχει σκοπό να γυρίσει πίσω στους γονείς που το υιοθέτησαν τότε που είχε δει τη μαμά να πεθαίνει στην αγκαλιά του.
Στο ανοίκιαστο διαμέρισμα ενός φίλου αναπολεί όλα όσα έχουν συμβεί, την κατάληψη στο σχολείο, τους κάδους που είχαν βάλει για να κλείσουν την είσοδο, τα θρανία όπου κοιμήθηκαν το βράδυ, το διάδρομο όπου φίλησε ένα κορίτσι με πρόσωπο γλυκό και νύχια αρπακτικού. Το φιλί είχε μια γεύση αλμυρή όπως  όταν καταπίνεις θάλασσα αλλά θά θελε να ξαναδικιμάσει. Θυμάται και τον ψυχρό λυκειάρχη που τους είχε στριμώξει σε μια αίθουσα κάνοντας κύρηγμα, αυτόν που τον άφησε τελικά στάσιμο για απουσίες αδικαιολόγητες.
Στην τηλεόραση ταινίες φρικιαστικές με τον προειδοποιητικό σταυρό στο κόκκινο πλαίσιο, το κινητό χτυπά δαιμονισμένα και το κλείνει τελικά, προσπαθεί  να κοιμηθεί, ένας σεισμός ταρακουνά το κρεβάτι, πάει να πιει κάτι στη κουζίνα, κάτι νερά ξεχειλίζουν κάτω απ' την εξώπορτα,, δοκιμάζει ν' ανοίξει, ένα χέρι τον τραβά και τον σέρνει κάτω προς τις σκάλες,  περνούν έναν ακάλυπτο χώρο , προβολείς φωτίζουν λάστιχα και σκουπίδια, γάτες κοιμούνται κουλουριασμένες πανω σε σωρούς φύλλων, κολώνες από πυλωτές και μηχανάκια κλειδωμένα.
Στο αμάξι  το χέρι που τον άρπαξε τον κρατά σφιχτά , προσέχει χαρακιές στη παλάμη, μια γυναίκα μ' ένα κάρο δαχτυλίδια στο μπροστινό κάθισμα, κανείς δε μιλά. Περνούν από κάτι μέρη που νομίζει πως τάχει ξαναδεί κάπου , στον  ύπνο του ή σε κάποια ταινία ίσως, μαγαζιά με εσώρουχα φωτίζονται αμυδρά, τύποι περίεργοι κινούνται στα σκοτεινά, ζητιάνοι κι αδέσποτα σκυλιά κοιμούνται πάνω και κάτω απ΄τα παγκάκια, αποθήκες με επιγραφές Κινέζικες, αυτοκίνητα στριγγλίζουν φρενάροντας κι ύστερα ξεκινούν περνώντας σύριζα από άλλα που έρχονται από αντίκρυ και το παιδί αναρωτιέται πως γίνεται να μη στουκάρουν το ένα πάνω στο άλλο μες τη νύχτα, κλούβες της ατυνομίας με πλέγματα στα παράθυρα σ' ένα μέρος, πάνοπλοι ειδικοί φρουροί, κανείς δεν τον προσέχει.

Το πρωϊ ένας αστυνομικός πλησιαζει με προφύλαξη ένα βενζινάδικο κάπου  έξω απ' τη πόλη.  Γύρω μια σιωπή όλο ένταση, δεν ακούγεται ούτε σαλεύει τίποτα. Φτάνει σ'  ένα αυτοκίνητο κάτω απ' το οποίο  φαίνονται παπούτσια αθλητικά. Όπως σκύβει να δει  μια κραυγή τρομαχτική ξεσκίζει τον αέρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...