Σάββατο 5 Μαΐου 2012

ΧΩΡΙΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Είναι φορές που θες να φύγεις και να μη κοιτάξεις πίσω ποτέ πια , να ξεχάσεις ανθρώπους που σούκαναν τη ζωή δύσκολη, που έχασες γι αυτούς τον ύπνο σου, που σε κυνήγησαν αδυσώπητα, σου χάλασαν την υγειά σου, γυναίκες με ωραία στήθη και πόδια που σε έστησαν στον τοίχο σ' ένα δωμάτιο με καθρέφτες και περίμεναν  να τις φιλήσεις- υποτίθεται ότι γίνεται το αντίθετο- αυτές που ψώνιζαν από τα Notos Galleries κι είχαν πάει στην Ολλανδία σ' έναν παλαβό γιατρό για να τους βγάλει ένα σημάδι από το σώμα μ' έναν τροχό, αυτές που σούστελναν μυνήματα  ''Μη με ξεκόψεις!'', αυτές με τα πορφυρά σακάκια,  το  σκούρο δέρμα,  ένα πράγμα που κοκκίνιζε τα μάγουλα και τα μακριά, μαύρα μαλιά.

Μπορεί να θες να ξεχάσεις κάτι άλλους που τους εμπιστεύτηκες ένα μαγαζί κι αυτοί το άδειασαν μια νύχτα και τόσκασαν για χώρες άγριες , εκεί που δεν λογαριάζουν τη ζωή των ανθρώπων και όπλα κυκλοφορούν παντού- άντε να τους βρει η Interpol, αυτούς που νομίζεις ότι τους βλέπεις παντού , στις στάσεις , στα πεζοδρόμια , στα όνειρα σου , αυτούς που έκαψες τις φωτογραφίες τους για να τους σβήσεις απ' τη μνήμη σου.
Οι δρόμοι φαίνονται  ανοιχτοί σα να σε καλούν σε ταξίδι χωρίς γυρισμό κάπου μακριά, πολύ μακριά,  το μυαλό έχει φρακάρει,ξεχνάς που πας και τι γυρεύεις, σκέφτεσαι τι ψάχνω  εγώ εδώ πέρα, που πάω, πρέπει να προσπαθήσεις πολύ για να θυμηθείς, μόνο ότι θες να φύγεις συλλογίζεσαι.

Στο αεροδρόμιο παρελαύνουν από μπροστά σου άνθρωποι με μαύρα γυαλιά κι άλλοι με βλέματα κρύα, ένα παιδί κάνει μπουρμπουλήθρες σ' ένα μπουκάλι, κάποιος κρατά ένα ταμπούρλο, κάτι καλόγεροι με ραβδιά, μια γυναίκα χτυπά με δύναμη το χέρι σ' ένα πάγκο εξηγώντας κάτι σ' έναν δύσκολο τύπο, Κινέζοι στέλνουν μυνήματα με ιδεογράματα, γλώσσες ακατάληπτες, εφημερίδες ανοίγονται, πρόσωπα κοκκινισμένα απ΄τον ήλιο, πασαλειμένα με μέικ απ, τιράντες και ώμοι γυμνοί, οι κοπέλλες ανεβάζουν τα ντεκολτέ και τραβούν τα φουστάνια σαν πλησιάζεις, τατουάζ κάτω απ΄τα μπλουζάκια, μαλιά ταλαιπωρημένα, ίχνη από χώματα στα ρούχα, φωτογρφίες από παραλίες αμουδερές στα κινητά, χαμόγελα και ματιές, κάποια κρατά το χέρι ενός άντρα μελαγχολικού, κοράκια κουβαλούν κλαριά σε μια φωλιά στον πύργο ελέγχου, αεροπλάνα σηκώνουν τις ρόδες τους όπως αφήνουν τη γη, κι άλλα διασταυρώνουν τις πορείες τους χαράζοντας Χ με τις εξατμίσεις τους.

Στον έλεγχο υπάληλοι ιδρωμένοι, λαμπάκια ανάβουν και σειρήνες ουρλιάζουν όπως ανακαλύπτουν σιδερικά, κέρματα, βίδες καρφωμένες στο σώμα, απινιδωτές και βηματοδότες τρελλαίνονται,  βλέπεις χέρια να τρέμουν και στάλες ιδρώτα να κυλάνε.
Στο αεροπλάνο μέσα, ένα φτερό κουνιέται, υποτίθεται ότι είναι ανθεκτικό αλλά ποτέ δεν ξέρεις, από κάτω δρόμοι οδηγούν σ' ανατολή και δύση, χωράφια τετραγωνισμένα ποτίζονται, λίμνες και ποτάμια διασχίζουν βουνά σα φίδια, καράβια αρμενίζουν θάλασσες άσπρες και πράσινες.

Ένας ψηλός κινείται ύποπτα στο πίσω μέρος, δείχνει εριστικός, κάποιος μπαινοβγαίνει στη τουαλέτα, αρχίζεις να κάνεις σκέψεις για καταποντισμούς, πτώσεις με αλεξίπτωτο ημερήσιες και νυχτερινές σαν αυτές που έκαναν οι Λοκατζήδες, οι αεροσυνοδοί φέρονται νευρικά, ένα σιδεράκι στη μύτη μιας γυναίκας σπάει και το αίμα πετάγεται σαν πίδακας, προσπαθούν να την υσηχάσουν, το όχημα συνεχίζει ακάθεκτο σα να θέλει να βγει απ' την ατμόσφαιρα κατα το διάστημα όπου λένε ότι μετεωρίτες τριγυρίζουν τη γη κι όταν μπαίνει στα σύννεφα είναι σαν να εισχωρεί εκεί πάνω στο στόμα μιας νεκροκεφαλής τεράστιας που ετοιμάζεται να το καταπεί για πάντα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...