Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2013

ΣΧΙΣΤΕΣ ΟΔΟΙ



...σχιστή δ' οδός 
ές ταυτό Δελφών καπό Δαυλίας άγει.

Οιδίπους τύρρανος
στίχοι 733,734

Στην ουσία χαρτογραφείς τον χώρο γύρω σου, εξερευνάς τους λαβύρινθους που ανοίγονται μπροστά σου, ιχνογραφείς το τοπίο, τα μυστικά του περάσματα, δοκιμάζεις δρόμους τραβώντας τους μέχρι το τέρμα, βρίσκεσαι μπροστά σ' αδιέξοδα, άντε πάλι απ την αρχή, δοκιμάζεις την αντίθετη κατεύθυνση, άλλοι δρόμοι ανοίγονται κι άλλοι διχάζονται και σκίζονται στη μέση, μπλόκα στήνονται, οχήματα διοχετεύονται γι αλλού, φρεάτια ανοιχτά χάσκουν σα καταβόθρες που οδηγούν στη κόλαση, σωροί από τούβλα γρανιτένια, χαλίκια πετάγονται από αμάξια που περνούν χωματόδρομους, ψάχνεις για ορόσημα να προσανατολιστείς, ένα βιβλίο, μια ταινία ένας άνθρωπος που μπορείς να τον εμπιστευτείς, που τον έχεις δοκιμάσει και ξέρεις ότι θα είναι εκεί ότι και να γίνει όταν τον χρειαστείς, γυναίκες περνούν από δίπλα νωθρές κι αναποφάσιστες, δεν προλαβαίνεις να τις πάρεις μαζί σου, τις βλέπεις να μένουν πίσω και να χάνονται άλλες με βήμα σταθερό κι άλλες παραπαίοντας, αυτές με τα μαύρα μαλλιά και τα κόκκινα σακάκια και τα ροζ εσώρουχα, τα λευκά μαργαριτάρια στ' αυτιά και τα στρασάκια από καρδούλες στα νύχια τους, αυτές με τα κοντά φουστάνια και τα επίπεδα παπούτσια που γίνονται ένα με την άσφαλτο.

Δρόμοι κι οδοί που πρέπει να περπατήσεις όλο το χρόνο, το φθινόπωρο και το καλοκαίρι και την άνοιξη, τότε που οι μέλισσες ψάχνουν για τροφή στα κίτρινα λουλούδια του ραδικιού κι αργότερα στα άσπρα λουλούδια της πορτοκαλιάς, τότε που οι χυμοί της γης ανεβαίνουν στα δέντρα ψηλά, σηκώνεις πέτρες σε μονοπάτια ερημικά, αποφεύγεις σκορπιούς κι ερπετά που κοιμούνται από κάτω τους, κατι μουσικές στριφογυρίζουν σα φίδια μέσα στο μυαλό σου, νυχτερίδες κρέμονται ανάποδα σε γωνιές σκοτεινές, γάτες δίχως ουρά ξεκοκαλίζουν κόκαλα πελώρια την αυγή, σκύλοι κυκλώνουν οχήματα και κάνουν άλογα ν΄αφηνιάσουν, ρίχνοντας αναβάτες στο χώμα καθώς οι τροχοί ανακατεύονται με τα χαλινάρια, λαμαρίνες και γυαλιά κομματιάζονται, φωτιές κι εκρήξεις και κραυγές, όλα γίνονται ένα μείγμα από γυαλί και σίδερο, πυροσβέστες ποδοπατούν μετανάστες απ την Περσία, αναρχικοί ρίχνουν μπουκάλια γεμάτα βενζίνη σε καταστήματα μπουρλοτιάζοντας ανθρώπους κι αντικείμενα.

Όταν τα βρίσκεις σκούρα - κι αυτό συμβαίνει συχνά πολύ- κι όταν αμφιβάλεις κι όταν φοβάσαι, αυτό κι αν συμβαίνει συχνά, τότε που δεν ξέρεις αν πρέπει να εμπιστευτείς τη διαίσθηση που σε πρόδωσε ή τη λογική, αυτή κι αν σε πρόδωσε, τότε που νιώθεις ότι είσαι στο όριο και πρέπει να πάρεις μια ανάσα και να μη το σπρώξεις άλλο πια γιατί θα τα χαλάσεις όλα, τότε λοιπόν γυρνάς σε μέρη γνώριμα που έχεις χαρτογραφήσει να ρίξεις μια ματιά τριγύρω στον ορίζοντα.
Κι ύστερα άντε ξανά απ την αρχή να ψάχνεις προσανατολισμό ανάμεσα σε μαγαζιά που φωτίζονται με χρώμα γαλάζιο τα βράδια και κτήρια με τοίχους γυάλινους όπου γυναίκες τρέχουν πάνω σε στίβους πλαστικούς, μπαίνεις σε κτίρια περνώντας από ανιχνευτές μετάλλων, κέρματα και πόρπες και νομίσματα αρχαία και κινητά πέφτουν μέσα σε καλάθια κουδουνίζοντας, φρουροί στις εισόδους με θώρακες αδιάβροχους κι αλεξίσφαιρους, ανεβαίνεις σκάλες ελικοειδείς βλέποντας ανθρώπους να κατεβαίνουν ακίνητοι σκάλες κυλιόμενες, ανηφόρες και κατηφόρες, ο χρόνος περνά καθώς κυνηγάς το ασύλληπτο και το άπιαστο, μελετάς την επόμενη κίνηση ζυγίζοντας τις επιλογές σου, καθώς έχεις περάσει άλλη μια στενωπό και βγήκες ζωντανός απέναντι, κοιτάζεις πίσω και σκέφτεσαι από τι γλίτωσες, ότι πρέπει να ήσουν τρελός για νάχεις δοκιμάσει κάτι τέτοιο, ότι ήθελε ένα κλικ κι ένα στραβοπάτημα για να γκρεμιστείς στη άβυσσο, γλύφεις τις πληγές και τα χτυπήματα που πήρες για λάφυρο γιατί όλα έχουν το κόστος τους κι όλα αφήνουν τα σημάδια τους για να τα κουβαλάς απάνω σου, ρωγμές έχουν ανοίξει που πρέπει να κλείσουν όσο πιο γρήγορα γίνεται δε μπορείς να ησυχάσεις για πολύ.

Μα σαν νιώθεις ότι έχεις βρει έστω και λίγο το δρόμο σου δεν υπάρχει αίσθημα πιο λυτρωτικό και πιο υπέροχο, όταν αισθάνεσαι να πατάς πιο καλά, όταν ξέρεις που πας και τι ν' αφήσεις πισω, τότε πια το ξέρεις ότι δε μετακινείσαι απ το δρόμο που χάραξες για κανέναν και για τίποτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...