Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012

ΑΥΤΟΑΝΑΦΛΕΞΗ

Ένα παιδί απ' το ΤΕΙ οχημάτων μου δείχνει πως δουλεύει ο κινητήρας της μοτοσυκλέτας, μου λέει για πιστόνια ροπές και αποδόσεις, στροφάλους και ημιαξόνια, κυλίνδρους και κιβώτια ταχυτήτων, δίχρονες και τετράχρονες μηχανές,  αεροτομές μέταλα και κράματα κι άλλα περίεργα που δε καταλαβαίνω αλλά το μυαλό έχει ανάγκη ακόρεστη να αναλύσει, να μάθει, να βρει υλικό καινούριο, να δουλέψει, να αφομοιώσει.
 Μου λέει το παιδί ότι έψαχνε μια βέσπα συγκεκριμένη και βρήκε μια σαραβαλιασμένη , δεμένη με αλυσίδες σε μια κολώνα της Αγίου Δημητρίου, έψαξε τον ιδιοκτήτη στη γειτονιά τελικά βρήκε ένα γέρο που του ανήκε, την πήρε με τριακόσια ευρώ, τη πήγε στο χωριό του, στον Αμπελώνα στη Λάρισσα , την έλυσε, την έφτιαξε κούκλα, τη γυάλισε , αυτοί είναι νοικοκύρηδες όχι εμείς οι αχαϊρευτοι, την εδωσε σ' ένα φίλο του να τη βάψει, αυτός την έκανε άστα να πάνε  '' Πάρτην όπως είναι'' τελικά την βάψανε ασημιά και μαύρη,  τη βλέπω παρκαρισμένη υπέροχη, μ' αυτήν λέει πάνε σε συναντήσεις στο Περτούλι κι άλλοι πιο μακριά άλλες βέσπες, ως την Ιταλία κι ακόμα πιο πέρα.

 Τη κουβάλησε   το παιδί στο Λουτράκι όπου ήταν φαντάρος , περνούσε τον Ισθμό για να συναντήσει τη κοπέλλα του στην Αθήνα, τη πήρε και στο Μόλυβο στη  Λέσβο, την είχε έξω απ' το φυλάκιο , εκεί που κοίταζαν τα Τούρκικα αυτοκίνητα να περνούν από τους δρόμους αντίκρυ κι άκουγαν φωνές  από απέναντι κι έβλεπαν φωτάκια το βράδι ν' αναβοσβήνουν.

Φεύγω απ ' το σπίτι του, είναι Σάββατο απόγευμα και σκέφτομαι όσα μου είπε,  νιώθω ότι θέλω κάτι υγρό, ένα χυμό ίσως ή ένα φρούτο, πρέπει νάμαι άρρωστος αλλά που χρόνος ν' αρρωστήσεις, μια γρατζουνιά στο μπράτσο, χαμπάρι δε πήρα πως έγινε, εν τω μεταξύ το μυαλό δουλεύει ασταμάτητα, τα γρανάζια του γυρίζουν όπως προσπαθεί να δει και να εξηγήσει  τα πράγματα κάτω απ' την επιφάνειά τους, να πάει σε μια άλλη διάσταση.
Το κέντρο μπλοκαρισμένο, υποτίθεται μέρα δίχως ποδήλατο, ουρές ατέλειωτες , τροχονόμοι βαρεμένοι, φιγούρες διασχίζουν το δρόμο, γυναίκες κρατούν μωρά στην αγκαλιά τους, μπουκάλια  σπασμένα στην άσφαλτο, μυρουδιά ποτού, σε μια ταβέρνα  κουβέντες σκόρπιες στον αέρα '' Πολύ ωραίο εκείνο το κονιάκ''   -''Μη περιμένεις ν' ακούσεις ευχαριστώ απ τα παιδιά σου'' - '' Μη με λες κυρία''-  ''...για να έφυγε αυτή εσύ θα φταις σίγουρα'', πιτσιρικάδες ξεκοκαλίζουν κοτόπουλα, γκαρσόνια μαζεύουν πιάτα, ποτήρια κολωνάτα τσουγκρίζουν ''Άντε γεια μας'', σταματώ σ' ένα φανάρι ένας τύπος που μου έχει φάει κάτι φράγκα καβαλά ένα μηχανάκι , τον χτυπω στη πλάτη τρομάζει ''Θα σου τηλεφωνήσω''  μαρσάρει και  χάνεται. Σ' ένα πάρκο πιτσιρικάδες παίρνουν φόρα κΑι γκρεμίζονται από τοίχους με τα πατίνια τους, κορίτσια ξαπλωμένα κάνουν κοιλιακούς, συνθήματα στους τοίχους '' Τα μυαλά μας πονάνε''  κι  άλλα πρόστυχα και χυδαία που κανείς δε νοιάζεται να σβήσει, αρχαία που ξέθαψαν οι αρχαιολόγοι, κασμάδες, καροτσάκια και  μπάζα, στις στάσεις κορίτσια φορούν παπούτσια άσπρα με φτερά σαν εκείνα του γοργοπόδαρου Ερμή, ζητιάνοι μαζεύουν γόπες, άλλοι ψάχνουν μέσα σε  κάδους.

Στο αυτί έχω κομάτια που μου κατέβασε  στο Mp3, ο Βίκτωρας άλλο παιδί βιολί κι αυτό,  του αρέσουν τα αγωνιστικά αυτοκίνητα, ζωγραφίζει μοντέλα, παλεύει να φτιάξει κονσόλα στον υπολογιστή για να ηχογραφήσει τον εαυτό του, παλαβός εσωστρεφής σαν εμένα θέλει να τα κάνει όλα μοναχός του.

Το οδόστρωμα γυαλίζει στη κατηφόρα της 3ης Σεπτεμβρίου,  στο Mp3 ήχοι από τρομπέτες και σαξόφωνα που ανεβοκατεβαίνουν κλίμακες, πλήκτρα βουίζουν, κοντραμπάσα γδέρνουν τις χορδές τους, κιθάρες ηλεκτρικές παλεύουν να λιπάνουν τα  ταλαιπωρημένα ημιαξόνια του εγκεφάλου, συντριβάνια πυροβολούν τον αέρα με ριπές υδάτινες, φορτηγά πλοία μπαίνουν στο λιμάνι, ο ήλιος βάζει φωτιά στα νερά του κολπου, οι Dire straits ''Now the sun' s gone to hell..'' αισθήματα συμπιέζονται, μείγμα εκρηκτικό δημιουργείται, μυρουδια καυσίμων, ένας σπινθήρας λείπει  για αυτοανάφλεξη.

1 σχόλιο:

  1. το διάβασα απνευστί.
    μουσική γραφή που σπάει κόκκαλα.
    πεζός λόγος με τσαλίμια. πολύ καλό, και ως γραφή και ως οργάνωση του κειμένου από την αρχή του στο τέλος του. ο αναγνώστης ψάχνει να βρει το τέλος νομίζοντας. και το κείμενο τελειώνει μέσα του, κι όχι μέσα στο κεφάλι του αναγνώστη, ο οποίος εκ-πλήσσεται.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...