Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

ΠΟΥ ΑΚΟΥΣΤΗΚΕ.....

Άμα μπλέξουν με τα κληρονομικά οι άνθρωποι κάτι παθαίνουν, λογαριασμοί αδειάζουν, λεφτά φεύγουν στο εξωτερικό, επιτόκια και συναλάγματα και κόλπα τραπεζικά, διαθήκες, επικαρπίες και κυριότητες, ονόματα μπαίνουν και βγαίνουν, αδέρφια κλέβουν ο ένας τον άλλον, ιστορίες παλιές ξεθάβονται και μεγαλοποιούνται , ζήλιες κι απωθημένα έρχονται στην επιφάνεια, συμμαχίες ανίερες, δολοπλοκίες  και ίντριγκες, σχέσεις διαλύονται , φωνές , φασαρίες, χειροδικίες, μυστικά αποκαλύπτοναι κατά λάθος, ρωτάς ''Τι συμβαίνει ρε παιδιά γιατί δε μου είπατε τίποτα'', κάποιοι δε μπορούν να σε συγχωρήσουν άμα γελάς, άμα είσαι λίγο ευτυχισμένος, άμα βάζεις στόχους και τους πετυχαίνεις, άμα βλέπεις τα πράγματα στην ολότητα και στη προοπτική τους κι ύστερα είναι σπαστικό να έχεις δίκιο τις πιο πολλές φορές, που άκούστηκε, με ποιο δικαίωμα, ποιος είσαι ρε φίλε, ποιος ασχολείται μαζί σου; Πρέπει να τους παρακαλέσεις , να συρθείς, να ζητήσεις έλεος γονατιστός επικαλούμενος τη μεγαλοψυχία τους για να   επέλθει η παλιά τάξη και ισορροπία.

 Στην αρχή δε μπορείς να το χωνέψεις, σ' έχει χτυπήσει κατακέφαλα, χάνεις τον ύπνο σου, αλλά όλα είναι θέμα χρόνου και  κάποια στιγμή σου τη δίνει , λες αϊ  στο διάβολο και τα πατρικά και οι αυλές που μεγάλωσες και τα κειμήλια τα οικογενειακά, ωραία είναι βέβαια, αλλά όλο αυτό το πράγμα σ΄αρρωσταίνει , δεν αξίζει το κόπο να χαλαστείς, θες να φύγει  από πάνω σου, να ανασάνεις αέρα καθαρό, άμα μπορείς να πατήσεις λίγο στα πόδια σου και δεν είσαι άχρηστος, άμα έχεις βρει ποιος είσαι και τι θες και  που πας και πως να πετύχεις και πως να επιβιώνεις, δε παίζεις το παιχνίδι τους, δε θυμώνεις δε τους κάνεις το χατήρι, άλλωστε δεν έχεις κι άλλη επιλογή δε σου άφησαν. 

 Τώρα αυτοί τα έχουν πάρει όλα, όσα μπορούσαν τέλος πάντων, μα και πάλι δεν υσηχάζουν δεν αντέχουν την ηρεμία, τρώγονται με τα ρούχα τους, εξάψεις κι ανυσηχίες και πράγματα περίεργα φυτρώνουν στο σώμα τους, θεραπείες και φάρμακα, γιατροί βαρεμένοι και νοσοκόμες κρύες, νεφρά και πνευμόνια κι άλλα όργανα πονάνε, κανά δυο άνθρωποι όλοι κι όλοι πάνε να τους δουν,  τα χρήματα έχουν τελειώσει προ πολλού, έχουν μείνει μόνοι, έρχονται γιορτές, περιμένουν μυνήματα και τηλέφωνα, κλείνουν ραντεβού, πας να τους δεις, αλλά και πάλι δεν το αντέχουν, καθυστερούν, αλάζουν γνώμη όλη την ώρα μα στο τέλος κάνουν πάντα αυτό που ήθελαν, ΄΄Σιγά μη πετούσα'' σου  λένε, κανονίζουν να φύγει το τρένο και το αεροπλάνο, δε μπορούν να το ξεπεράσουν, έτσι θάναι πάντα.

Έρχεται  και το Φθινόπωρο, η Σοφία γύρισε απο ταξίδι στην Ευρώπη με το αμάξι, πήγε μαζί με τον πατέρα της, στα Σκόπια χτύπησαν ένα σκύλο, δεν έπαθε τίποτα αυτός, μια λαμαρίνα του αυτοκινήτου στράβωσε, κατέβηκαν να τη τραβήξουν, πάντως πέρασαν τζάμι και θα ξαναπάνε. Τα σταφύλια γλυκαίνουν, στη Τούζλα μαζεύουν αμύγδαλα, στη Πέραμο τρυγούν τ' αμπέλια ο κόσμος γυρνά απ' τις παραλίες μες τα νεύρα, όλοι φοβούνται πως θα βγάλουν το Χειμώνα, μια γυναίκα μιλά στο κινητό ''Πρόσεχε τα παιδάκια μας, είδα ένα κακό όνειρο'', έξω απ το Πανεπιστήμιο Μκεδονίας Γαλιδούλες απ το ERASMUS με τη σημαία τους στο πρόσωπο ζωγραφισμένη μοιράζουν φαγητά που έφτιαξαν, μερικές είναι πολύ καλές, άλλες για τα μπάζα, πάω σ' ένα φρουτάδικο, ένας τύπος μου δείχνει ένα παραβάν στο βάθος του μαγαζιού, μια βρύση παλιά στο βάθος΄΄ Πλύνε τα εκεί πέρα μου λέει΄΄ τα τρώω επι τόπου,  ήταν σε μια συνάντηση με αμαξάκια σκαραβαίους στον Άι Γιάννη, στο Πήλιο, έξοχα ήταν εκεί, δε θέλει πολλά για να είσαι ευτυχισμένος, άλλοι έχουν μείνει μόνοι, πάνε οι φίλοι, κάτι αποτυχημένοι τους απόμειναν, δε μπορείς να τάχεις όλα δικά σου, τα είδαμε τα χαϊρια τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...