Παρασκευή 15 Μαρτίου 2013

WARLOCKS

Τα αγόρια σίγουρα είναι πιο σκληρά μιλούν άσχημα στα άσχημα κορίτσια,  τα λένε σαύρες ''Ποιος σήκωσε τη πέτρα;'' , δε μπορείς να τα κουμαντάρεις, οι μαμάδες τους έχουν απηυδήσει, τα κορίτσια τους ούτε κατάλαβαν πως μεγάλωσαν, αυτοί οι δαίμονες τις βρίζουν, τις διαβολοστέλνουν, φοβούνται, αύριο μεθαύριο μερικά θα τις χτυπούν κιόλας αν χρειαστεί.

Σου δείχνουν βιντεάκια με κόντρες μηχανών στην εθνική οδό, παιδιά όρθια πάνω σε μοτοσυκλέτες Καλαματιανές, πειραγμένες, κάτω από τα φώτα των αραδιασμένων προβολέων, δίχως κράνη, πόδια τσακίζονται, χέρια σακατεύονται, καρφιά φυτεύονται σε σώματα μετά από εγχειρίσεις.

Μπαίνεις στα σπίτια τους και νιώθεις κάθε φορά τη διαφορετική ατμόσφαιρα, άλλοτε φιλική άλλοτε όχι, κρεβατοκάμαρες και δωμάτια παιδικά, υπόγεια και ισόγεια, αφίσες κρεμασμένες στους τοίχους και φωτογραφίες από τις διακοπές στα νησιά με τον αέρα να ανεμίζει τα μαλλιά των εφηβικών προσώπων, κάποια μοιάζουν με αγάλματα αρχαία, μαύροι βόστρυχοι δεμένοι με κεφαλόδεσμο, πρόσωπα λευκά. Σε δοκιμάζουν, σε αμφισβητούν, θέλει υπομονή τεράστια απορώ που τη βρίσκω, σε χτυπούν, σου σβήνουν το φως στις σκάλες, πρέπει να επιβληθείς και συ κάπως φοβάσαι μη τους σπάσεις καμιά μύτη αν κι αυτά τα τερατάκια δεν καταλαβαίνουν τίποτα, στην Αμερική λένε ότι δεν μπορείς να αγγίξεις ούτε τα βρέφη στους παιδικούς σταθμούς που έρχονται να σ' αγκαλιάσουν, καλά εκεί θα με είχαν σουτάρει απ' τη πρώτη στιγμή.

Το Σάββατο το απόγευμα τα βλέπεις να παίζουν μπάλα φορώντας κίτρινες μπλούζες σε γήπεδα ξεχορταριασμένα κατά τα Διαβατά, κι άλλα να μετακινούν λεβιέδες γερανών βοηθώντας το μπαμπά τους να κατεβάσει δαχτυλίδια πελώρια τσιμέντου σε λάκκους βαθιούς.
Ψηλά απ τη γέφυρα ένα νεκροταφείο μιας Ινδικής μεραρχίας που πολέμησε εδώ κάποτε, κολώνες διαλυμένες, λάδια και γυαλιά στην άσφαλτο απ τις νυχτερινές κόντρες, πακιστανοί ξεχασμένοι απ το θεό στα φανάρια, αστικά γεμίζουν καπνό μαύρο τον τόπο απ τις σαραβαλιασμένες εξατμίσεις τους έτσι όπως αναπηδούν στις απίστευτες λακκούβες, τις σκαμένες απ τη βροχή , γυναίκες μαζεύουν χόρτα στις αλάνες που κιτρινίζουν τώρα με την άνοιξη, δενδροστοιχίες με δαμασκηνιές που θυμίζουν τοπία γιαπωνέζικα.

Στις στάσεις ναρκομανείς με στόματα σάπια και πρόσωπα αυλακωμένα από ραφές τεράστιες πάνω σε πληγές που χάσκουν βρίζουν τους πάντες και τα πάντα, δε καταλαβαίνουν τίποτα, κανείς δε τολμά να τους κοιτάξει κατάματα, αλκοολικοί κατεβάζουν στα λαρύγγια τους ποσότητες μπύρας τρομαχτικές, γύφτοι λιάζονται όταν βγαίνει ο ήλιος πλάι σε αυλάκια και σπουργίτια που πίνουν νερό βρόχινο, πορτοκαλόφλουδες σκόρπιες παντού τριγύρω, ο Ρόκυ, το δαιμονικό Ροντβάιλερ,  κουλουριασμένο στην είσοδο ενός σπιτιού κοιτά νωχελικά όποιον περνά, αυτές είναι οι παραστάσεις των παιδιών κατά κει, αυτός είναι ο κόσμος τους, εκεί μέσα θα πλαστούν.

Τα κορίτσια είναι άλλη υπόθεση, αυτά μέχρι χτες έπαιζαν με τις γόβες της μαμάς τους, σχεδιάζουν άσπρα φύλλα στα κόκκινα νύχια τους, φορούν σκισμένα τζιν απ όπου φαίνονται οι μηροί τους, σου γράφουν κάτι εκθέσεις που σε στέλνουν, για τη μοναξιά που αν μπορούσαν θα τη σκότωναν και γι αυτά που φοβούνται στο μέλλον, τα γηρατειά και το θάνατο, κρατούν σημειώσεις στο ροζ μπλοκάκι τους από τις ομιλίες του Ιωάννη του Χρυσόστομου για την αγάπη.

Κι αυτά όμως βλέπουν κάτι θρίλερ τρομαχτικά στο διαδίκτυο, σου λένε την υπόθεση και δε μπορείς να πιστέψεις πως τα αντέχουν, τη νύχτα σκιές σαλεύουν κάτω απ τα κρεβάτια τους και πίσω απ τις πόρτες της ντουλάπας τους, τα αγόρια τις μπλοκάρουν, τις βρίζουν, όλα χύμα στο ίντερνετ δίχως φραγμό και έλεγχο.

Αύριο μεθαύριο κάποια απ αυτά τα παιδιά μπορεί να δοκιμάσουν τη τύχη τους έξω απ τη χώρα, Ινδοί και Κορεάτες που δουλεύουν και διαβάζουν σα ζόμπι ώρες ατελείωτες τα περιμένουν κατά κει, μερικά θα τα φάνε σα σαλάτα για ορεκτικό , όσα μείνουν εδώ μπορεί να πυρπολούν και να λεηλατούν μαγαζιά πηδώντας πάνω από πάγκους και κλέβοντας ρολογάκια χρωματιστά, άλλα μπορεί να αμολούν πέτρες και μάρμαρα σε τζαμαρίες τραπεζών, άλλα μπορεί να μπουν σε πυρήνες και κύκλους φωτιάς και πυρκαγιάς λύνοντας και δένοντας όπλα, μπορεί να τα κυνηγούν μπάτσοι μισητοί πάνω απ τον αυχένα της Καστανιάς έξω απ τη Βέροια, μπάτσοι σαν αυτούς που σκότωναν στο LOL η στο San andreas, στο μέλλον μπορεί ν ανοίξουν ασκοί του Αιόλου κι οι πύλες της κόλασης,  να ξεχυθούν τα warlocks , να επικρατήσει χάος, νάρθουν τα πάνω κάτω, να καταρρεύσει το σύμπαν ολόκληρο , ποιος θα βάλει τάξη, ποιος θα ασχοληθεί και τι θα προλάβει, άστο καλύτερα μη το σκέφτεσαι καθόλου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...