Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

ΡΙΣΚΟ


 ''Πόσο τη βρίσκω
μ' αυτό το ρίσκο...''

ΦΑΤΜΕ

''Είστε δολοφόνοι!'' φωνάζει ένας ταξιτζής  στη πλατεία Ελευθερίας σ' έναν οδηγό ενός πούλμαν  κι ο τελευταίος'' Έλα το βραδυ που σχολάω να σε σκίσω'', παρακάτω ένας ντελιβεράς παίρνει σβάρνα ένα παιδάκι που σηκώνεται αυτόματα με μάγουλα κοκκινισμένα, η γιαγιά του τρέμει, το μηχνάκι στην άσφαλτο παρατημένο , οι ρόδες γυρίζουν στον αέρα, το κοριτσάκι  ''Καλά είμαι γιαγιά, καλά είμαι'' ένας γέρος σκύλος με ματωμένο πόδι γλύφει τις πληγές του σε μια γωνιά, έχει ρίσκο να ζεις στην Ελλάδα.

Αλλά ρε φίλε μας αρέσει,  μας φτιάχνει μπορεί και νάμαστε μαζοχιστές δε ξέρω, αλλά  έχουμε συνηθίσει εδώ πέρα να βλέπουμε κορίτσια λουκουμάκια τριγύρω δε ξέρεις ποιο να διαλέξεις, σε κοιτάνε όπως στέκονται απέναντι από τη διάβαση παίρνοντας πόζες σα φωτομοντέλα με το περίγραμα του σουτιέν να διαγράφεται καθαρά κάτω από το μπλουζάκι, σε κοιτάνε όπως διαλέγουν ρούχα στο pull and bear, όπως τρέχουν στους διαδρόμους των γυμναστηρίων σπρώχνοντας κάτι μηχανήματα περίεργα, ράχες μαυρισμένες , το σκούρο χρώμα υποχωρεί όπως προχωρά το Φθινόπωρο, χάντρες στον αφαλό, λευκά μπλουζάκια ιδρωμένα , βέρες στα δάχτυλα των παντρεμένων.

Έχει ρίσκο να ζεις στην Ελλάδα, γονείς κουβαλούν τα παιδιά στις μηχανές σα σακιά ένα μπρος, ένα πίσω, άλλοι  δίνουν  στα αγόρια να ρίξουν με ντουφέκια στα χωριά για να συνηθίσουν να σκοτώνουν, μαμάδες ξεχύνονται να περάσουν το δρόμο με κόκκινο, ο Νίκος φοβάται πως θα τον σουτάρουν από τη δουλειά οι ξένοι που ετοιμάζοντια να τη κάνουν καθώς το πλοίο βουλιάζει, ο Κύριος Λεωνίδας τρέχει στα νησιά να βρει πελάτες μπαταξήδες που  βάρεσαν πιστολιές,  οδηγοί  των ΚΤΕΛ όπως κοιτάζουν δίπλα από το πούλμαν γυναίκες να αλλάζουν ταχύτητες με τα άσπρα χεράκια τους έχοντας τα πόδια ακάλυπτα σου λένε  καπνίζοντας προς το ανοιχτό παράθυρο ότι δεν μπορούν να το κόψουν παρόλο που ο αδερφός τους πήγε απο καρκίνο στα πνευμόνια, νταλίκες περνούν με συνθήματα γραμένα απάνω τους ''Κάτω τα χέρια από την ελλάδα΄΄, γάτες  έχουν γίνει ταπετσαρία στην άσφαλτο, άλλες βγαίνουν σα δαίμονες μέσα από κάδους άλλες παραμονεύουν κάτω από αμάξια σταματημένα, άλλες επιτέθηκαν λέει σ' ένα παιδί στα σκοτεινά και το καταγρατζούνισαν, έχει ρίσκο.

Όμως μας αρέσει, μας φτιάχνει όλο αυτό ο Κυρ Βασίλης σε ρωτά συνέχεια ''Τι κάνει ο μπαμπάς σου;''  τι να κάνει απλώς του κόψαν το ποδαράκι του κάτω απ' το γόνατο, δεν πρόσεχε έπινε και τσίπουρο απο τα σταφύλια απο το αμπέλι μας, εκεί όπου βγάζαμε κι αμύγδαλα αφράτα και καρύδια με ψίχα τραγανή εκεί όπου κοιμόταν τα καλοκάιρια μοναχός του σ' ένα υπόστεγο ασβεστώνοντας και φυτεύοντας τριανταφυλλιές μαβιές όλο το διάστημα . Το χειμώνα έβαζε φωτιά στα ξερά καλαμπόκια μ' έπαιρνε και μένα κι ένα πρωί είδα τον ήλιο να βγαίνει σα τεράστιο πορτοκάλι πίσω απ' τα βουνά.

Μας αρέσει στην Ελλάδα, ένας τύπος μου λέει για το κτήμα του στη Λήμνο,  μια γυναίκα έχει την αδερφή της καλόγρια σ' ένα μοναστήρι στη Πορταριά, η Χρύσα μου λέει ότι έχει ωραίες φοιτήτριες στη Κομοτηνή, ο Παναγιώτης  πάει για κυνήγι αγριογούρουνου κάπου στο Κιλκίς κι ύστερα ρίχνουν συκωτάκια πάνω στα κάρβουνα και τρώνε με μπολικο λεμόνι και ρίγανη, ο Κώστας πάει Ιταλία ''Πεσμένοι και κατα κει'' η Νικολέτα πάει στη Νέα Υόρκη ''Μη μιλάς δυνατά'' της λέει η φίλη της που ζει εκεί  πέρα,'' Οι μαύροι καταλαβαίνουν Ελληνικά, μη τους κοιτάς στα μάτια''.

Μ' όλα τα ρίσκα έχουμε μάθει πια εδώ, κοιτάζοντας νύφες να χορεύουν  στις οθόνες των μαγαζιών με τα φωτογράφικά είδη, από κάτω φωτογραφίες για μνήμα ''Θα σε θυμόμαστε πάντα'',  μοτοσυκλέτες αραδιασμένες  πλάι στις διαχωριστικές γραμές ντουμανιάζουν το τόπο, τροχονόμοι βλοσυροί,  Ρωσοπόντιες πουλούν τσιγάρα λαθραία,  το φάντασμα της Ζωής Λάσκαρη με οχτακόσιες πλαστικές στο πρόσωπο τρώει κάπου στη παραλία, αεροπλάνα υπερηχητικά βυθίζονται στα σύννεφα με κρότο διαπεραστικό που  ξεσκίζει  τα αυτιά,  σημαίες στα μπαλκόνια για τη παρέλαση, παιδιά πανικόβλητα ετοιμάζονται να φύγουν στο εξωτερικό αλλά εμείς έχουμε μάθει πια, δε μπορούμε,δε γίνεται, δεν έχουμε επιλογή.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...