Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

ΜΗ ΦΟΒΗΘΕΙΣ

Τώρα που ο φίλος μου  Ο Μάκης Τσίτας- Μάκη φιλιά πολλά - μ΄ αφήνει να γράψω για τη φοβερή ιστοσελίδα του το ΄΄Διάστιχο''  που κάνει θραύση, θα μπορούσα να γράψω για  βιβλία που με ξελάσπωσαν και για φράσεις και για κομάτια που καρφώθηκαν στο μυαλό σα μπετονόκαρφα. Βιβλία που μ' έσωσαν όταν κάποια μούλεγε'' Θα μείνεις μόνος΄΄ κι εγώ διάβαζα κάππου''  Σ' αυτούς που πιστεύεις δώστα όλα, όσους σε απογοήτευσαν αγνόησέ τους, δεν υφίστανται, δεν υπαρχουν΄΄,  βιβλία που διάβασα με κάποια στο Τσινάρι ένα απόγευμα, γύρω ήλιος σπίτια παλιά,  γκρεμισμένα, τούβλα κόκκινα , καρέκλες ψάθινες, δεν ήμουν ερωτευμένος πλέον αλλά στο στόμα υπήρχε μια γεύση γλυκιά όπως όταν πίνεις ένα κρασί ωραίο, κι ύστερα πηγαίναμε κάπου στα Μετέωρα, πίσω απ τη Νεάπολη, κάτι βράχοι υπήρχαν κατα κει, μεταλικά αντικείμενα γυάλιζαν στον ηλιο, περιστέρια πετούσαν ψηλά, αμάξια πηγαινοέρχονταν στον περιφερειακό, στις πολυκατοικίες πόρτες και παραθύρια άπειρα. Θα μπορούσα να γράψω για κάτι άλλα βιβλία που διάβαζα κάπου στα Διαβατά ένα μεσημέρι '' ότι είσαι χαμένος αν δεν αμυνθείς αυτό πια πρέπει να το καταλάβεις'',  τότε που κοίταζα εργάτες να σχολάνε πεθαμένοι από κούραση και να κοιμούνται στο αστικό με το στόμα ανοιχτό,  γύρω μυρουδιά υγραερίου από  το  Esso Papas, έργα παντού, γαλάζια βελάκια αραδιασμένα έδειχναν σε μια κατεύθυνση,  χαλίκια σκόρπια, στην άσφαλτο ρωγμές, λακούβες και καπάκια  αναπηδούσαν,  στο καθρεφτάκι τα μαύρα γυαλιά του οδηγού, αέρας γέμιζε σκόνη όλο το τόπο, το χυτήριο ''Αθάνατος''  που έφτιαχνε καμπάνες χάλκινες  κοντά στη γέφυρα του Κορδελιού, σ' ένα τοίχο ο μάγος της Χαλάστρας είχε γράψει'' Έχω φίλτρα πανίσχυρα, μπορώ να κάνω δύο αγνώστους να ερωτευτούν''.

Θα μπορούσα επιτέλους να γράψω για τους αγαπημένους μου το Γιώργο Ιωάννου που σηκώνονταν μες τ' άγρια χαράματα σα τρελλός να δει και να γράψει για την Ομόνοια και τον κόσμο της, τον Τσέχωφ που έγραφε ανάμεσα σε αιμοπτύσεις, το Σοστακόβιτς που συνέθετε στριμωγμένος στο καταραμένο κομουνιστικό του διαμέρισμα - ''είθε να πάει στη κολαση'' όπως έλεγε-  κι οι καλύτερες εμπνεύσεις τούρχονταν στη διάρκεια χαοτικών συνελεύσεων στη σκοτεινή  Σταλινική Ρωσσία.

Στο δικό μου το κεφάλι πάντως οι εμπνεύσεις κατεβαίνουν όπως βλέπω πράγματα τριγύρω, καπνούς να βγαίνουν από ψησταριές στο Καπάνι, μυρουδιές ούζου, φέτες λεμονιού στα τραπέζια, ένας αλκοολικός σηκώνει ένα μπουκάλι ρετσίνα και κατεβάζει γουλιές μεγάλες σα να πίνει κόκα- κόλα,
κάτω από ένα αμάξι πυρπολημένο βρίσκω ένα πενηντάευρο, πάω στη τράπεζα να πληρώσω μια δόση, αγωνία μέχρι να το δεχτεί το καταραμένο μηχάνημα, στην είσοδο γριές ψάχνουν κόκκινα φωτάκια, καταριούνται, κλωτσούν τα τζάμια. Στα πάρκα μπεκ ρίχνουν νερό από κατευθύνσεις αντίθετες, στους θάμνους μέσα γδυμένα  πορτοφόλια και τσάντες , τύποι τρομαχτικοί  με τατουάζ σ' ολόκληρο το σώμα, αυτιά τρυπημένα, μαμάδες σφίγγουν τα μωρά στην αγγαλιά σαν περνούν από δίπλα τους, κορίτσια βγαίνουν απο ζαχαροπλαστεία κρατώντας παγωτά, άσπρα χέρια,  δαχτυλιδάκια ψιλά στα δάχτυλα, κάποιος πρέπει να πει για όλα αυτά δε γίνεται να τ΄ αφήσεις να περάσουν έτσι.

 Τώρα πια θα μπορούσα να γράψω για και  βιβλία με τραγούδια Ινδιάνων πολεμιστών που πεθαίνουν στις πεδιάδες τις κυκλωμένες απο βουνά χιονοσκέπαστα΄΄Δε μου μένει καιρός πια να ζήσω, μάνα μπορείς να με κλάψεις'', μπορώ να γράψω για λευκώματα που κοίταζα σε μια παραλία, ο ήλιος έφτιαχνε μια γραμή απο αντανακλάσεις στο νερό, τα φύκια πήγαιναν κι έρχονταν με το κύμα, ψαράκια κολυμπούσαν ανάμεσα σε αχινούς κι εγώ έβλεπα σχέδια αρχαία χταποδιών πάνω σε σταμνιά κι  άλλα σχέδια πάνω σε κύπελλα χρυσά απ τις Μυκήνες κι άλλα σχέδια σε βράχους, αποτυπώματα χεριών σε σπηλιές, λιοντάρια πληγωμένα να ξεψυχούν σε τοίχους Ασσυριακών παλατιών κι άλλα σχέδια....
Τώρα πια θα μπορούσα να γράψω πολλά ατενίζοντας τους λάκους  και τα ρήγματα του μετρό, βλέποντας κράνη κίτρινα ανάμεσα σε αγωγούς σκουριασμένους, τοίχους αρχαίους να ξεθάβονται.
 Κι όταν τα παίζω πρέπει νάχω στο νου εκείνα τα λόγια'' ότι κι αν  συμβεί εσύ δε πρέπει να δείχνεις το φόβο σου'' και τα άλλα λόγια από τον Ιησού του Ναυί   ''Μή φοβηθείς μηδέ δειλιάσεις''...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...