Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

ΛΥΚΟΙ

Τώρα βέβαια εγώ το ξέρω ότι όσοι φεύγουν έξω μας ζηλεύουν κατά βάθος.
.Γιατί που θα βρούν σουβλατζίδικα όπου σε κερνάνε σουτζουκάκια στο χέρι, κάποιοι  κόβουν κομάτια χαλβά πίνοντας ρετσίνα σε ποτηράκια, ένα παιδί ζητά σάντουιτς με μπόλικο μπούκοβο, άλλος λεει ότι σ' ένα ταξίδι στο Παγγαίο χάθηκε και τον ψάχνανε  οι φίλοι του ώσπου  τον βρήκαν στραπατσαρισμένο σε κάτι χωριά, μια γυναίκα'' Μη μου βάλεις γύρο καμένο'', άλλλος δεν έχει να πληρώσει'' Πάρτο και φύγε όπως είσαι'',  σε μια γωνιά λένε για τα περιστέρια που γουργουρίζουν στα μπαλκόνια τα πρωινά.
Που θα βρουν τη κυρία Μόνα που σου στίβει πορτοκάλια στο Βαρδάρη, τότε που θες λίγη θαλπωρή, σα να ήταν η μάνα σου , κορίτσια έξω από το ''Φωκά'' με μπουκαλάκια νερό παγωμένο, τότε που ο ήλιος ανεβαίνει σκορπώντας την υγρασία καθώς σηκώνεις το κεφάλι ψηλα, ανάμεσα στα τσιμέντα και στα γυαλιά να δεις ένα κομάτι ουρανό, αεροπλάνα χαμηλώνουν σα να θέλουν να προσγειωθούν στο δρόμο όπως στις ταινίες, τυφλοί ψηλαφούν το έδαφος στα στενά με μπαστούνια, αμάξια περνούν αφηνιασμένα τις διασταυρώσεις, μαμάδες τραβούν τα καροτσάκια με τα μωρά,  πορείες στη Εγνατία, σκυλιά γαυγίζουν αγριεμένα στον αέρα μπροστά από πανώ, στο ΔΕΛΤΑ μπουκάρουν τα ΜΑΤ, βρίσκουν κροτίδες και κράνη, ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι τάχουν για αυτοοργάνωση, ότι νάναι.

Που θα βρούν τέτοια χώρα όπου οι αγρότες πυρπολούν κάθε φθινόπωρο τα χωράφια τους γεμίζοντας καπνό όλες τις Δυτικές συνοικίες, στραγγίζουν τη Κορώνεια κάθε χρόνο όσο και να βρέξει, στον Έβρο υψώνουν τείχη για να μη μπουν οι βάρβαροι, στη Λέσβο σαλταρισμένοι μετανάστες βουτάνε στο νερό μέσα σε καταιγίδες, βγαίνουν σε βράχια, πέφτουν πεθαμένοι μπρος τα παιδιά των φυλακίων, σ' ένα μέρος σου λένε μή κοιμάσαι με χήρες, ρε παιδιά δεν είμαστε τόσο  λιμασμένοι, μια παλαβή σε παίρνει κάθε έξι μήνες ''Ο κύριος Απόστολος;'' άντε πάλι, τρελλοί κυκλοφορούν ανεξέλεγκτοι βρίζοντας ασυνάρτητα, σκορπώντας τον τρόμο, πιτσιρικάδες αρπάζουν τα γκλομπ αστυνόμων στα γήπεδα και τους κοπανάνε αλύπητα, φεύγοντας  απλώνουν τα ποδάρια πάνω στα καθίσματα των αστικών.
 Περιπτεράδες ψυχροί απαξιούν να σου απαντήσουν και σε χαλάνε, ταξιτζήδες ξενυχτισμένοι στη πιάτσα της Καμάρας, γυναίκες με τιράντες ριγμένες ανέμελα στους ώμους σε πλησιάζουν επικίνδυνα, πάρκα με νυχτολούλουδα κόκκινα και κίτρινα μαζί με κατηφέδες κι αρμπαρόριζες και δυόσμο  γεμίζουν αρώματα τον αέρα, Γεωργιανοί που σχολάνε απο βενζινάδικα σου λένε ότι τα Χριστούγεννα θα είναι στη Τυφλίδα και θέλουν να φέρουν κάτι σκυλιά   άγρια σα λύκους,  φουρνάρηδες   φεύγουν απ τη δουλειά σα πεθαμένοι με κύκλους μαύρους γύρω από τα μάτια,  φιγούρες περνούν το δρόμο το ξημέρωμα σα φαντάσματα.

Μόνο εδώ θα βρεις θα βρεις τον Ηλία που ξέρει παλιά καλα τραγούδια από τότε που πήγαινε στην Ορεστιάδα μ' έναν τύπο που τραγουδούσε τόσο καλά που ήθελε εκατό αυτιά για να τον ακούει ΄΄Ας χαμηλώναν τα βουνά να δω τη Σαλονίκη..'' αυτόν το τύπο που έπινε ούζο στη Χαλαστρα με ψάρι φρέσκο και που τελικά σκοτώθηκε πέφτοντας από ένα μπαλκόνι με σάπια κάγκελα.

Μόνο εδώ θα δεις αστικά να ξεχύνονται στην Εθνικής Αντίστασης με φουλ γκάζια περνώντας δίπλα από γερανούς που σέρνουν αμάξια σαραβαλιασμένα , καθώς ο ασύρματος βουίζει για  έναν γέρο με Αλτσχάιμερ-έχει χαθεί και τον γυρεύουν- ενώ  κάποιος από δίπλα σου λέει για το χωριό του στο Κιλκίς όπου λέει ένας λύκος τριγυρνά κάθε βράδυ κι έχει σκοτώσει καμιά δεκαριά λυκόσκυλα κι όλοι φοβούνται να  βγουν έξω απ τα σπίτα τους απο τότε   που κάτι σκυλιά τον κυνήγησαν για να χαθούν σ' ένα δάσος πυκνό κι όταν γύρισαν ήταν αίματα γεμάτα παντού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...