Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2014

ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΑ ΧΡΥΣΑΝΘΕΜΑ

Η καρδιά του σκίρτησε όταν την είδε , χτυπούσε  τόσο δυνατά που νόμιζε ότι θα πεταχτεί από μέσα του και θα μπορέσει να την πιάσει με τα χέρια του!

Απ το λύκειο  είχε να τη δει,  στην αόρατη  διαβάθμιση  που υπήρχε τότε στο σχολείο  αυτή ήταν  το  νούμερο δύο μέσα σε πεντακόσια παιδιά , μπροστά της ήταν μονάχα   μια ξανθιά γαλανομάτα, ψηλή, με λεφτά  που φορούσε ρούχα  φανταχτερά κι είχε όποιον ήθελε!  Αυτή ήταν δεύτερη ρε μεγάλε, δεύτερη,  όχι ότι κι ότι, δεν ήταν τόσο εντυπωσιακή μα   είχε έναν αέρα φοβερό, μια άνεση,  μια σιγουριά, μια αυτοπεποίθηση,    μια ωριμότητα, σα να μην υπήρχε άλλη καμιά στον κόσμο όλο,  σα να  ήταν  αυτή μόνο!

 Έτσι είναι οι γυναίκες,  επειδή μπορούν να γεννήσουν γρήγορα πρέπει να είναι προετοιμασμένες γι αυτό το ρόλο, πρέπει να μεγαλώσουν γρήγορα για κάθε ενδεχόμενο,  δεν είναι εύκολο πράγμα να φτιάχνεις μέσα σου παιδιά, άμα το σκεφτείς καλά δεν υπάρχει πιο τρελό πράγμα!  Θέλει κάποια υποδομή πνευματική , μια αντοχή, μια δύναμη, ένα υπόβαθρο,   τα κορίτσια αρχίζουν να    σκέφτονται από μικρά   πράγματα απίστευτα,   αδιανόητα για τ  αγόρια,  το δουλεύουν , έτσι είναι οι γυναίκες,  από μια σταλιά έχουν προσανατολισμό,  δεν είναι σαν εμάς τα χαϊβάνια!

Απ το δημοτικό την είχε ψυλλιαστεί αυτή, το φαντάζεσαι, απ το δημοτικό, από τόσο δα  μάθαινε πώς να πλησιάζει τους άντρες! Τότε δεν τη θέλανε, ένα μικρό ασχημούτσικο ήτανε, περνούσε απαρατήρητη, όλα τα αγοράκια την αγνοούσαν, την είχαν του πεταμού,  τότε ακριβώς όμως  ορκίστηκε  ότι θα το άλλαζε αυτό για πάντα και  τόκανε ! Στο γυμνάσιο όλα άλλαξαν, είχε βρει έναν τρόπο να την θέλουν, να γίνεται ποθητή, είχε βρει  ένα ύφος  μυστήριο, μια αύρα, της είχε γίνει εμμονή,  στο τέλος το κατάφερε! 

 Στο λύκειο την είχε ερωτευτεί κι  αυτός   φυσικά, σιγά μη του ξέφευγε! Είχε κομπλάρει, είχε κολλήσει μαζί της, τη σκέφτονταν συνέχεια, ήταν μια έλξη πανίσχυρη,  ακατανίκητη, τη μια τρελαίνονταν σαν την έβλεπε  και  την άλλη γκρεμοτσακίζονταν στην αβεβαιότητα ήταν σα να έπεφτε σ ένα χαντάκι απ το οποίο  πάσχιζε να βγει και δεν τα κατάφερνε, υπήρχε μια χημεία εκρηκτική  που όμως αυτήν για κάποιο λόγο δεν την άγγιζε.    Ένιωθε πολύ μικρός, , αδύναμος, στο έλεος της, δεν μπορούσε να ελέγξει τον εαυτό του, μπορούσε να τον κάνει ότι θέλει, σα να του είχε κάνει μάγια ένα πράγμα. Τον αντιμετώπιζε συγκαταβατικά σα να  είχαν δέκα χρόνια διαφορά, σα να ήταν το μικρό της αδερφάκι, δεν του έδινε ελπίδες όμως πάντα εμφανίζονταν όταν  τη ζητούσε, κατά κάποιο τρόπο τον χρειάζονταν κι αυτή .  Τον αγκάλιαζε για λίγο  σα να τον παρηγορούσε όπως κάνουν οι γυναίκες που ξέρουν ότι αυτές έχουν το πάνω χέρι σ αυτά τα πράγματα όταν οι άνδρες παραδίνονται.   Είχε απελπιστεί,  δε μπορούσε να τη ξεπεράσει, την ήθελα κοντά του συνεχώς, δεν ήξερε τι να κάνει,  ο μόνος που μπορούσε να τον βοηθήσει ήταν η ίδια κι αυτό ακριβώς έκανε, της ζήτησε να τον βοηθήσει, να τον βγάλει απ το τέλμα. Είχαν βρεθεί τότε σ ένα παρκάκι,  του  είχε χάιδεψε  τα μαλλιά,   τον φίλησε απαλά  στο μάγουλο,   αυτό ήταν,  ηρέμησε, δεν ήθελε τίποτα άλλο. 

 Μονάχα μια φορά τον είχε πληγώσει, του είχε πει να μη στέκεται κοντά,  κάποιον  θα είχε στο μυαλό της,   ήταν νωρίς το πρωί, αυτός  δεν είχε ξυπνήσει καλά- καλά, ήταν χαλαρός,  ευάλωτος  ‘’Πήγαινε κάπου αλλού, σήκω φύγε, εξαφανίσου, μη κάθεσαι σα βλαμμένο !’’

 Άκουσε τότε  τη καρδιά  του να κάνει κρακ σα να έσπαζε κάτι μέσα του ,ένιωθε ένα  κενό στο  στήθος,  ένα χάσμα,  μια τρύπα τεράστια που τα κατάπινε όλα και  δε μπορούσε να γεμίσει με τίποτα,   όλα κατέρρευσαν,  τα λόγια της τον είχαν χτυπήσει  κατάστηθα,  δε μπορούσε να  συνέλθει. Τον είχε συντρίψει, ήθελε να κλάψει ντρέπονταν όμως, τα μάτια του είχαν βουρκώσει, έβαλε το δάχτυλο στη μύτη,  αίμα έτρεχε,  το πάθαινε αυτό,  αυτή  σα να  μετάνιωσε, πήγε κοντά του,   έβγαλε ένα χαρτομάντιλο απ το τσαντάκι της και του σκούπισε  μαλακά το αίμα  ΄΄ Έλα να σε δω, μη κλαις, άστο σε μένα δεν είναι τίποτα!’’

 Από τότε δεν είχε ξαναερωτευτεί,  υποσυνείδητα ο οργανισμός του σαν να  ήθελε να τον προστατέψει  και τον απέτρεπε όποτε εμφανίζονταν κάτι . Πέρασε ο καιρός , το είχε ξεχάσει,  οι φίλοι είχαν παντρευτεί πια, είχαν κάνει παιδιά, οικογένειες,  έτρεχαν από δω κι από κει ,είχαν ένα κάρο ζόρια,  δεν ήξεραν τι να κάνουν πρώτα, που να κοιτάξουν, είχαν χάσει τη μπάλα! ‘’ Μη τυχόν  κάνεις  παιδιά!’’ του είχε πει ένας  ‘’Η  γυναίκα   μου δε τα θέλει, μόνος μου τα μεγαλώνω, στο τρίτο  έπαθε  κατάθλιψη,  μετά τη γέννα δεν ήθελε να  τα βλέπει ιδίως  το μικρό,  έπαιρνε φάρμακα, της είχε πάρει  μήνες   μέχρι να το ξεπεράσει, φοβόταν μη κάνει καμιά ζημιά στο μωρό, μη το πνίξει μη το ρίξει από κάνα ύψος, κάτι τις πιάνει τις γυναίκες, άλλες είναι νορμάλ, θέλουν από ένα αλεπουδάκι όπως το λένε να ξανανιώσουν,  άλλες πάλι  τρελαίνονται, μη σου τύχει, μη κάνεις παιδιά !’’

 Πόσος καιρός είχε περάσει,  νόμιζε ότι  δε θα  είχε ξανά προβλήματα,  από ένα σημείο  ακολουθείς τη ζωή κι όπου σε πάει, αν είναι νάρθει θάρθει που λένε.  Επαγγελματικά ήταν κάπως, με τις φίλες τα είχε βρει,  πάντα τα πήγαινε καλύτερα με τις γυναίκες,  αυτές τον καταλάβαιναν καλύτερα, όμως  στα ερωτικά   ήταν άτυχος,  είναι  θέμα συγκυριών, μπορεί να τύχει και να πέφτεις όλη την ώρα  στα λάθος άτομα,   να μην  πετύχεις αυτά που μπορούν να  τα  ανατρέψουν  όλα μες το μυαλό σου, που θα μπορούσαν να καταρρίψουν  όλους τους μύθους  αποδείχνοντας ότι δεν είναι όλες ίδιες, ότι υπάρχουν  καλά και τίμια θηλυκά στα οποία αξίζει ν αφιερώσεις τη ζωή σου,   όλες οι περιπτώσεις που συναντάς  μπορεί να μη σου βγαίνουν και τότε αρχίζεις  να πιστεύεις ότι έτσι κάνουν όλες…

 Eκείνο το βράδυ,  λες κι είχαν ανοίξει οι ουρανοί, στη θάλασσα επέπλεε  κάτι  που θύμιζε κήτος ξαπλωμένο,   στις βιτρίνες των μαγαζιών οι τηλεοράσεις έδειχναν ανθρώπους  κι αυτοκίνητα να  περνούν κάτω απ τον πύργο του Άιφελ,  χρυσάνθεμα αυτοκρατορικά   που απλώνονταν  σε θερμοκήπια σαν ποτάμια ,   τοπία απόκοσμα, κοιλάδες και φαράγγια, ουρανούς έναστρους, βροχές από αστέρια, αιωροπτεριστές  να προσγειώνονται σε λίμνες γαλάζιες, αλεξιπτωτιστές να γκρεμίζονται από αεροπλάνα κάνοντας   φιγούρες  χορευτικές στον αέρα. Στα καφενεία τσιγάρα  και καφέδες, μια γάτα περνούσε κάτω απ τις καρέκλες τσακίζοντας τη μέση της,  στα  γυμναστήρια φλέβες, σώματα, μηροί, χέρια μηχανήματα, ιδρώτας, ανάσες πολλές, όλα ανακατεμένα, μια αίσθηση αποπνικτική.   Στα καταστήματα με τα ηλεκτρονικά  κόσμος αγόραζε κινητά, mp3, mp4, τηλεοράσεις, αποκωδικοποιητές, στους δρόμους    υαλοκαθαριστήρες πηγαινοέρχονταν ασταμάτητα μπροστά σε τζάμια θολά, επιγραφές φωτεινές κρέμονταν στα πλαϊνά των ξενοδοχείων, αμάξια έτρεχαν εκτινάσσοντας νερά παντού. Ένα μπλοκάρισμα στο δρόμο, δυο λεωφορεία είχανε τρακάρει, ένας ποδηλάτης περνούσε μες το γενικό χαμό κάνοντας ελιγμούς,   ακούστηκε ένας γδούπος,  ένας ήχος υπόκωφος σαν κάτι μαλακό  να χτυπούσε στο τσιμέντο  με δύναμη,   ο ποδηλάτης  είχε καρφωθεί σ ένα μηχανάκι  και κείτονταν στην άσφαλτο, το τζιν του είχε σκιστεί, μια πληγή φαίνονταν στο γόνατο του,  ο πάτος είχε ξεκολλήσει από ένα παπούτσι του, έβγαλε με κόπο  το κράνος   του, προσπαθούσε να καλέσει κάποιον δικό του  με το κινητό. Κόσμος μαζεύτηκε να δει τι γίνεται,  σκουπίδια  άφθονα τριγύρω σα  κάποιος να είχε ανοίξει όλους τους κάδους που υπήρχαν στην πόλη,   ένας γέρος ξέπλενε το λασπωμένο παπούτσι του σ ένα νερόλακκο,  ένας σκύλος μουσκεμένος  πέρασε,  σάλια έτρεχαν απ το στόμα του, πλησίασε κι αυτός, ο ποδηλάτης  έδειχνε τρομαγμένος , ένας ήχος σαν πυροβολισμός ακούστηκε από κάπου, ένας συναγερμός  ενεργοποιήθηκε κι άρχισε να ουρλιάζει,   μια γριά που άνοιγε τη τσάντα της να πάρει κάτι στράφηκε να κοιτάξει πίσω έντρομη …

Είχε πλησιάσει κι αυτός να δει τι γίνεται ήρθαν οι αστυνόμοι με τις στολές που του έκαναν να μοιάζουν με πολεμιστές αρχαίους ''Εντάξει,  μπορείτε να φύγετε όλοι σας!'' Για  ένα μαγαζί  τράβηξε,  διάφοροι είχαν μαζευτεί  εκεί,  φωνές, κάποιοι  καυγάδιζαν, κάτι   γίνονταν, δε μπορούσε να καταλάβει ακριβώς. Μια γριά κοκαλιάρα, κύριος οίδε πως  βρέθηκε εκεί πέρα,  ζητούσε με μανία  κάτι  από έναν τύπο με γραβάτα, δικηγόρος   πρέπει να ήτανε.   Φώναζε ότι της είχε φάει λεφτά, χωράφια, περιουσίες, ο άλλος προσπαθούσε να τη ξεφορτωθεί, η γριά  δε καταλάβαινε τίποτα, δε μπορούσαν  να τη μαζέψουν, τελικά με το ζόρι  ξεκουμπίστηκε ! Ένας παλαβός από μια γωνία έπιασε ένα τραγούδι παλιό , λαϊκό, ‘’Πάρε τα αχνάρια π’  άφησαν…’’  καλά μιλάμε πολύ φάλτσος,  ότι να ναι,  είχε  όμως διάθεση,  ήθελε να το βγάλει από μέσα του, μπήκαν  κι οι άλλοι  στο κόλπο,  άρχισαν να τραγουδάνε,  κάποιος που ήξερε έκανε δεύτερη  φωνή,  ακούγονταν όμορφα, σκεφτόταν ότι   χρειάζονταν λίγη εκτόνωση  για να  ξεχαστεί κάπως   όταν την πήρε το μάτι του,  πως δεν την είχε προσέξει  νωρίτερα,   καθόταν σε μια μεριά και τον κοίταζε καθώς έριχνε ανέμελα  ένα   χρωματιστό  μαντήλι στο λαιμό   όπως οι μαντόνες  του Καραβάτζιο,   έβαζε ασυναίσθητα  το χέρι  κάτω απ τη μπλούζα της  ενώ μιλούσε  στο κινητό,  τα δάχτυλα της έπαιρναν  σχήματα παράξενα…

Νάτηνε πάλι λοιπόν  μπροστά του σα να μην είχε αλλάξει τίποτα,  τουλάχιστον έτσι έδειχνε. ‘’Το ήξερα ότι θα ξαναβλεπόμαστε!’’ του  πέταξε κι αμέσως ήταν  σα να γύριζε πίσω σ εκείνο το γλυκόπικρο πράγμα που ένιωθε στο λύκειο, πάλι εκείνη η εκρηκτική χημεία, πάλι εκείνο το παλιό  συναίσθημα σα να ξαναέρχονταν, σα να έστεκε κάπου βαθιά μέσα του κοιμισμένο και τώρα ξαναβγήκε στην επιφάνεια ,  σα να μην είχε αλλάξει τίποτα, σα να συνεχίζονταν  κάτι που άρχισε από πολύ παλιά, σα να εξακολουθούσε  κάτι  που συνέβαινε από πάντα, νόμιζε ότι πάλι θ άρχιζαν να κόβονται τα  πόδια του.  Αυτή είχε ακόμα εκείνον τον αέρα, εκείνη την αύρα, εκείνον  τον  τρόπο να τον ηλεκτρίζει, ήταν   σα να ξαναβρήκε εκείνο  το αίσθημα,  σα να περνούσε από μέσα του ρεύμα που  τον ενεργοποιούσε και  τον ζωντάνευε ίσως μπορούσε ν  απελευθερωθεί,  να ξεπεράσει το φόβο του μη τυχόν πέσει  στο χαντάκι όπου έπεφτε κάποτε, μήπως   ξαναγίνει η καρδιά του  μια  μαύρη τρύπα.

  ''Μπορεί να είναι αυτή  !’’ σκέφτηκε,’’ Μπορεί να είναι αυτή που θέλω, που ήθελα πάντοτε!’’ 

 Αυτό θα ήταν υπέροχο, αν μπορούσε να το αναστήσει,  ίσως αυτή να ήταν αυτό που έψαχνε, τον ήξερε καλά, ίσως   μπορούσε να συνεννοηθεί  μαζί της, να βρει μια  άκρη,   ίσως είχε αλλάξει,   ίσως αντιδρούσε λογικά , καταλαβαίνεις  λογικά, δίχως κόλπα κι αηδίες,  δίχως να τρελαίνεται όταν της δίνεις σημασία,  ίσως  μπορούσες να την εμπιστευτείς, ίσως  ήταν προβλέψιμη, υποτίθεται ότι αυτό είναι βαρετό όμως δε μπορείς να χτίσεις σε μια σχέση αν ο άλλος δεν έχει μια σταθερότητα,  μια προβλεψιμότητα, μια συνέπεια! 

 Θα μπορούσε να τον συμπληρώσει, να τον γεμίσει, δεν ήθελε πολλά, μονάχα την αίσθηση ότι σ αυτόν τον κόσμο κάποιος τον νοιάζεται και θα  είναι δίπλα του όταν χρειαστεί, μια αίσθηση γαλήνια έψαχνε σαν  εκείνη όταν είχε κοινωνήσει μια φορά κι ένιωσε να γεμίζει  μια υγεία, μια φρεσκάδα,  μια  ευφορία,  σαν να είχε καθαρίσει το σώμα  και το  μυαλό  του από κάθε πονηρή και κακή σκέψη κι όλα έμοιαζαν όμορφα  κι όλους τους αγαπούσε γύρω του . 

Μίλησαν λίγο, προσπαθούσε να την παρακολουθήσει , να θυμηθεί τα παλιά μα δε μπορούσε, κατι δεν δούλευε,  από δίπλα είχαν πιάσει μια συζήτηση για  θέματα αλλόκοτα, κάποιος ισχυρίζονταν ότι αν  ο θεός είναι μεγαλόψυχος θα έπρεπε να σώσει και το διάβολο, πρέπει να είχε σπουδάσει θεολογία  ή κάτι τέτοιο,  έμοιαζε να ξέρει απ αυτά ''Το σχέδιο του θεού...'' έλεγε ''... δε μπορεί να είναι τέλειο,   το έχει πει κι ο Ωριγένης,  αν δεν σωθούν όλα τα ορατά κι αόρατα  που υπάρχουν στο σύμπαν ανάμεσα τους κι ο διάβολος! ''

 Αυτό το τελευταίο του φάνηκε τερατώδες,  μια δίψα τρομερή  ένιωθε σα να είχε φάει κάτι πολύ  αρμυρό, στο μυαλό του μπερδεύονταν μαύροι  διάβολοι και μαντόνες με μαντήλια  χρωματιστά,    μια σταγόνα αίμα είδε να πέφτει στο πάτωμα,  έφερε το δάχτυλο κι αισθάνθηκε τη μύτη του να τρέχει '' Έλα  δω να σε δω !''είπε αυτή και τον έπιασε τρυφερά ''Άστο σε μένα,  δεν είναι τίποτα''

Τον κράτησε και περπάτησαν μπροστά από τα καταστήματα με τις τηλεοράσεις που έδειχναν  αλεξιπτωτιστές να κάνουν φιγούρες στον αέρα κι άλλους προσγειώνονται σε λίμνες και θερμοκήπια  απέραντα  με  χρυσάνθεμα αυτοκρατορικά  που άνθιζαν κι απλώνονταν σαν ποτάμια...
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΩΣΕΙ ΑΝΘΟΣ ΤΟΥ ΑΓΡΟΥ

«Ο οδηγός κλείνει τα μάτια όλη την ώρα !» του ψιθύρισε σκύβοντας η γυναίκα που καθόταν στο απέναντι κάθισμα, - « σοβαρά;»  είπε  αυτός και κ...